Συνεπιμέλεια
Όσα πρέπει να γνωρίζετε για μία από τις σημαντικότερες θεσμικές και
νομοθετικές μεταβολές της εσωτερικής έννομης τάξης
ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ Ν.ΜΑΜΑΚΟΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
Οι δυσμενείς συνέπειες της πανδημίας, τις οποίες βιώνει καθημερινά η ελληνική κοινωνία, πολυεπίπεδα μάλλον επισκίασαν ,αλλιώς υπερκέρασαν μία από τις σημαντικότερες θεσμικές και νομοθετικές μεταβολές, στην εσωτερική έννομη τάξη, που σήμερα επιχειρείται και ευρίσκεται, εν εξελίξει. Αυτήν της άσκησης της συνεπιμέλειας των ανηλίκων τέκνων, ως ειδικότερης έκφρασης της ενάσκησης του δικαιώματος, της από κοινού γονικής μέριμνας.
Υπό διαφορετικές συνθήκες, η προβολή του θέματος της συνεπιμέλειας των ανηλίκων τέκνων θα είχε σαφώς μεγαλύτερη έκταση και ένταση, καθ’ όσον αποτελεί ένα ιδιαιτέρως ευαίσθητο ζήτημα, μείζονος κοινωνικής σπουδαιότητας, με επίκεντρο το παιδί. Το παιδί, που συχνά – μάλλον κατά κύριο λόγο- αντί να αποτελεί αιτία, γόνιμου και εποικοδομητικού διαλόγου, μεταξύ των εν διαστάσει ή διαζευγμένων γονέων μετατρέπεται, σε στείρο πεδίο αντιπαράθεσης και προβολής παθογόνων συμπεριφορών και ευτελών συναισθημάτων. Με έρεισμα τα άρθρα 18 της Διεθνούς Σύμβασης Δικαιωμάτων του Παιδιού και 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σε συνδυασμό με το 2079/2015 ψήφισμα της Επιτροπής Ισότητος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Ο νομοθέτης εισακούοντας και τις σύγχρονες κοινωνικές και παιδοψυχολογικές επιταγές επιχειρεί μία τομή, στον χώρο του Οικογενειακού Δικαίου, με σκοπό την εξυπηρέτηση του συμφέροντος
του παιδιού, την ισότιμη συμμετοχή των γονέων στην ανατροφή και ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους, την άμβλυνση των διαφορών, μέσω μακροχρόνιων και επίπονων- ψυχικά και οικονομικά – δικαστικών αγώνων και την εγκαθίδρυση πνεύματος συνδιαλλαγής – όχι με την οικονομική έννοια του όρου- κατανόησης και αλληλοσεβασμού, στοιχεία που αντλούνται, από την αιτιολογία των προτεινόμενων διατάξεων.
Ποιες είναι όμως αυτές οι καινοτόμες- τουλάχιστον για την ελληνική κοινωνία – μεταβολές, που θα απασχολούσαν τα άμεσα εμπλεκόμενα μέρη, τους γονείς.
Προεχόντως θεσπίζεται η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας, γεγονός που συνεπάγεται την λήψη συν- απόφασης σε κρίσιμα ζητήματα, που άπτονται της ανατροφής του παιδιού, όπως η
εκπαίδευση, η ονοματοδοσία, ο τόπος διαμονής κ.α. Η μεταστροφή του Νομοθέτη, καθ’ όσον αφορά την οπτική της άσκησης της γονικής μέριμνας είναι έκδηλη, στην διάταξη της ΑΚ 1511, όπου στην παρ.2 η ισόχρονη και ουσιαστική παρουσία των γονέων, στην ανατροφή και φροντίδα του τέκνου αναγορεύεται, σε τεκμήριο, επί δικαστικής διαμάχης. Η εισαγωγή του θεσμού της διαμεσολάβησης , ως μέσο επίλυσης των οικογενειακών διαφορών κατ’ αρχήν προαιρετικά – όχι υποχρεωτικά – προβλεπόμενη δυνάμενη να διαταχθεί και δικαστικά, όπου προβάλλεται, ως απαίτηση, η ενίσχυση του ρόλου του διαμεσολαβητή και η θωράκισή του, με κριτήρια επιλογής που θα διασφαλίζουν αξιοπιστία, κύρος και εμπειρία.
Η καθιέρωση κατωτάτου χρονικού ορίου, ίσου με το 1/3 της διαβίωσης του τέκνου με τον ετερογονέα σε εβδομαδιαία, μηνιαία είτε ετήσια βάση. Καθόσον αφορά το δικαίωμα επικοινωνίας γονέα- τέκνου, με πρόβλεψη διαμονής. Πρόκειται για μαχητό τεκμήριο, που πρακτικώς σημαίνει ότι επιτρέπεται η ανταπόδειξη, για περαιτέρω περιορισμό του χρόνου επικοινωνίας, πλην όμως, σε κάθε περίπτωση – φέρεται να επενεργεί διορθωτικά, στην κρατούσα νομολογιακή πρακτική, που ιδιαίτερα στην παιδική ηλικία είχε καθιερώσει. Για τον αιτούμενο την επικοινωνία, γονέα τα 2 Σ/Κ ανά μήνα, την ολιγόωρη επίσκεψη, σε μία η δύο εργάσιμες ημέρες, το επταήμερο στις εορτές Χριστουγέννων, Πάσχα και θερινών διακοπών. Το καθοριζόμενο ως άνω δικαίωμα επικοινωνίας κάμπτεται, σε περίπτωση συνδρομής εξαιρετικά σοβαρών λόγων, με ενδεικτική μνεία την παραβατικότητα που προβλέπει ο ν. 3500/2006 και την κακή άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας. Εν
προκειμένω παρατηρείται ότι πρόκειται για αόριστες νομικές έννοιες, τις οποίες καλείται να εξειδικεύσει, ο Έλληνας Δικαστής, με την σύγχρονη διαμόρφωση των νομολογιακών δεδομένων. Η ενδεικτική – όχι περιοριστική – αναφορά περιπτώσεων κακής άσκησης γονικής μέριμνας (υπαίτια άρνηση καταβολής διατροφής, η μη συμμόρφωση προς τις δικαστικές αποφάσεως και τις έγγραφες συμφωνίες, η υποβολιμαία καθοδήγηση του παιδιού), η οποία δύναται να οδηγήσει και στην αφαίρεση της γονικής μέριμνας ή της επιμελείας, από τον Δικαστή, ο οποίος εν προκειμένω έχει διακριτική ευχέρεια – δηλαδή δεν υποχρεούται δεσμευτικά – ασφαλώς ελεγχόμενη, ως προς την άσκησή της, από το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο.
Η συμμετοχή ειδικών επιστημόνων, στην επιμόρφωση των Δικαστών, μέσω των προγραμμάτων της Εθνικής Σχολής Δικαστών, προκειμένου για την εκδίκαση οικογενειακών διαφορών αντανακλά την μέριμνα του Νομοθέτη, για την δημιουργία ενός υγιούς, ασφαλούς και εγνωσμένου κύρους δικαιϊκού χώρου, με παιδοκεντρικό χαρακτήρα, στον οποίο οι γονείς καλούνται να εγκαταλείψουν τον «πρωταγωνιστικό» ρόλο τους, προς όφελος των παιδιών και να καταστούν συν-εργάτες, συν- παραστάτες, συν- μέτοχος στην ισόρροπη, σταθερή και ασφαλή ανάπτυξή τους.
Το Νομοσχέδιο για το οικογενειακό δίκαιο, που εμπεριέχει το σημαντικό θέμα της συνεπιμελειας, τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση το βράδυ της Πέμπτης (18.03).
Πηγή: «Η Φωνή της Ανατολικής Αττικής»