Αναφορές του πρωθυπουργού στο πρόσωπό του, κατά τη συζήτηση της πρότασης δυσπιστίας που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ, σχολίασε με ανάρτησή του ο Ευάγγελος Βενιζέλος.
Συγκεκριμένα, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, απευθυνόμενος στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα, τόνισε: «Τον αγαπήσατε τον κ. Βενιζέλο ξαφνικά, αφού τον κρεμάσατε στα μανταλάκια, τώρα τον αγαπήσατε» και κατόπιν πρόσθεσε: «Αλλά ο κ. Βενιζέλος μάς έλεγε ότι επί της αρχής δεν μπορεί να παρακολουθείται κανένα πολιτικό πρόσωπο. Αναγκάστηκε να ανασκευάσει. Δύσκολο για τον ίδιο, αλλά πρέπει αναγνωρίσει ότι δεν είναι παντογνώστης».
Αφού αναλύει διεξοδικά το νομικό σκεπτικό των διατάξεων του νέου Νόμου 5002/22, ο Ευ. Βενιζέλος, σε ανάρτησή του, τονίζει: «Η κυβέρνηση προσχώρησε στη θέση ότι υπάρχει ειδικό συνταγματικό καθεστώς για τα πολιτικά πρόσωπα, για λόγους προστασίας της δημοκρατίας. Η άδεια του προέδρου της Βουλής προφανώς θεωρείται από τον νομοθέτη υποκατάστατο της άδειας της Βουλής».
Και προσθέτει: «Για μήνες ακούγαμε την πολιτική επιχειρηματολογία ότι “κανείς δεν εξαιρείται από τις παρακολουθήσεις”, ότι “όλοι είναι ίσοι ενώπιον της ΕΥΠ”, ότι “για όλους αποφασίζει ο/η εισαγγελέας της ΕΥΠ, ακόμη και για την ΠτΔ”, καταλήγοντας: «Το ποιος προσχώρησε στην άποψη ποιου είναι αντικείμενο αξιολόγησης κάθε επιμελούς αναγνώστη των όσων έχουν γραφτεί για το ζήτημα των υποκλοπών από τον Αύγουστο 2022 έως σήμερα».
Αναλυτικά η ανάρτηση του Ευάγγελου Βενιζέλου:
«Υποκλοπές και πολιτικά πρόσωπα: τι είχε υποστηριχθεί και τι προβλέπει τελικά ο ν. 5002/202
Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 3 του πρόσφατα ψηφισμένου νόμου 5002/2022, “Το αίτημα για άρση του απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας, που αφορά πολιτικά πρόσωπα, υποβάλλεται μόνο από την Ε.Υ.Π. και οφείλει να στηρίζεται σε συγκεκριμένα στοιχεία που καθιστούν άμεση και εξαιρετικά πιθανή τη διακινδύνευση της εθνικής ασφάλειας. Το αίτημα, μαζί με τα στοιχεία που το συνοδεύουν, υποβάλλεται από τον Διοικητή της Ε.Υ.Π. στον Πρόεδρο της Βουλής, προκειμένου να χορηγήσει σχετική άδεια εντός προθεσμίας είκοσι τεσσάρων (24) ωρών.
Αν δεν υπάρχει Βουλή, την άδεια του δεύτερου εδαφίου χορηγεί ο Πρόεδρος της τελευταίας Βουλής ή, αν αυτός αρνείται ή δεν υπάρχει, ο Πρωθυπουργός. Αν το αίτημα αφορά στον Πρόεδρο της Βουλής, ή αν δεν υπάρχει Βουλή στον Πρόεδρο της τελευταίας Βουλής, την άδεια χορηγεί ο Πρωθυπουργός. Μόνο εάν χορηγηθεί η άδεια της παρούσας, μπορεί το αίτημα να υποβληθεί στον εισαγγελικό λειτουργό της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 3649/2008 για τη συνέχιση της διαδικασίας. Στην περίπτωση της παρούσας, ο Πρόεδρος της Βουλής, ο Πρόεδρος της τελευταίας Βουλής ή ο Πρωθυπουργός, κατά περίπτωση, δεν τηρεί σχετικό αρχείο”.
Με τη διάταξη αυτή εισάγονται ειδικές αυξημένες εγγυήσεις για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών πολιτικού προσώπου. Η ουσιαστική αρμοδιότητα ανατίθεται στον Πρόεδρο της Βουλής. Επιπλέον το φάσμα των πολιτικών προσώπων διευρύνεται με την περ. β του άρθρου 3 του ίδιου νόμου.
Η ρύθμιση αυτή δεν σέβεται πλήρως τα άρθρα 61 και 62 του Συντάγματος, είναι όμως ένα σημαντικό και ευπρόσδεκτο νομοθετικό βήμα. Αυτό ήταν το σχόλιο μου όταν δόθηκε στη δημοσιότητα το σχέδιο του ν. 5002/2022.
Η κυβέρνηση προσχώρησε στη θέση ότι υπάρχει ειδικό συνταγματικό καθεστώς για τα πολιτικά πρόσωπα, για λόγους προστασίας της δημοκρατίας. Η άδεια του Προέδρου της Βουλής προφανώς θεωρείται από τον νομοθέτη υποκατάστατο της άδειας της Βουλής.
Για μήνες ακούγαμε την πολιτική επιχειρηματολογία ότι “κανείς δεν εξαιρείται από τις παρακολουθήσεις», ότι «όλοι είναι ίσοι ενώπιον της ΕΥΠ”, ότι “για όλους αποφασίζει ο/η εισαγγελέας της ΕΥΠ, ακόμη και για την ΠτΔ”.
Το ποιος προσχώρησε στην άποψη ποιου είναι αντικείμενο αξιολόγησης κάθε επιμελούς αναγνώστη των όσων έχουν γραφτεί για το ζήτημα των υποκλοπών από τον Αύγουστο 2022 έως σήμερα».