Ολοκλήρωσε την απολογία στην ανακρίτρια ο δικηγόρος Απόστολος Λύτρας, που αντιμετωπίζει κακουργηματική κατηγορία για βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη, για τον άγριο ξυλοδαρμό της συζύγου του, επίσης δικηγόρου.
Μετά την απολογία του, ανακρίτρια και εισαγγελέας τού επέβαλαν περιοριστικούς όρους –μεταξύ αυτών να μην πλησιάζει το θύμα– και τον άφησαν ελεύθερο.
Συγκεκριμένα, οι όροι που επιβλήθηκαν είναι υποχρέωση μετοίκισης από το κοινό σπίτι όπου διαμένει με τη σύζυγό του, απαγόρευση να την πλησιάζει και υποχρέωση να παρακολουθήσει ειδικό πρόγραμμα ψυχολογικής υποστήριξης.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η κατάθεση του θύματος ότι ο άγριος ξυλοδαρμός έγινε για πρώτη φορά και ουδέποτε είχε συμβεί κάτι στο παρελθόν, όπως και η κατάθεση της πρώην συζύγου του συνηγόρησαν στο να αφεθεί ελεύθερος. Σημειώνεται ότι η πρώην σύζυγός του τον είχε καταγγείλει στο παρελθόν, ενώ στο ακροατήριο, όταν έγινε η δίκη, η ίδια είχε ανακαλέσει.
Πληροφορίες ανέφεραν ότι μετά τα αδιάσειστα ευρήματα της αναφοράς του γιατρού που τον κατήγγειλε, ο κατηγορούμενος δικηγόρος ομολόγησε και επιχείρησε να δικαιολογήσει την πράξη του επιρρίπτοντας ευθύνη στο θύμα με κάποια τηλεφωνικά μηνύματα τα οποία, κατά τις πληροφορίες αυτές, τον εξόργισαν.
Πάντως, η αναφορά του γιατρού που καθόρισε τη σύλληψη και την άσκηση δίωξης κάνει λόγο για κατάγματα και βαριές κακώσεις σε πρόσωπο, κεφάλι και χέρια.
O ίδιος σε δηλώσεις του εμφανίστηκε μετανιωμένος και ανέφερε ότι θα επιχειρήσει να θεραπευθεί ζητώντας συγγνώμη από τη σύζυγό του και τις κόρες του.
«Ομολόγησα την πράξη μου. Ζητάω συγγνώμη για αυτό το οποίο συνέβη και από τη σύζυγό μου, την οποία υπεραγαπάω, και από τις τρεις κόρες μου. Δυστυχώς, βρέθηκα σε μια κατάσταση που έγινε αυτό το περιστατικό. Κι εγώ ακόμη δεν μπορώ να δώσω εξήγηση. Οπως και η ίδια κατέθεσε, δεν έχω υπάρξει ποτέ στη ζωή μου βίαιος. Θα κοιτάξω να δω με ποιον τρόπο με αυτό το περιστατικό που έγινε μπορώ να θεραπευτώ, να ζητήσω βοήθεια. Γιατί πραγματικά σας το λέω το ότι έχω χτίσει μια καριέρα και μια οικογένεια με πολύ κόπο και από εμένα και από τη σύζυγό μου, και η πράξη η οποία έγινε είναι κάτι αδιανόητο τόσο για μένα όσο και για αυτή. Θα αναζητήσω τις αιτίες –και τις ψυχολογικές αν θέλετε– γιατί συνέβη το περιστατικό. Δεν είναι κάτι το οποίο μπορώ να συγχωρέσω στον εαυτό μου. Θέλω να πιστεύω ότι κανείς άνθρωπος δεν θα βρεθεί σε τέτοια κατάσταση. Είναι από τις περιπτώσεις που τις ακούω αλλού και βλέπετε πόσο αιχμηρός είμαι, και το ίδιο αιχμηρός θα είμαι με τον ίδιο μου τον εαυτό», είπε.
Το χρονικό
Η υπόθεση έφθασε στις Αρχές, όταν ο γιατρός της ιδιωτικής κλινικής, όπου προσήλθε η σύζυγος του ποινικολόγου με βαριά τραύματα σε πρόσωπο, κεφάλι και χέρια, εφάρμοσε τη νέα νομοθεσία που επιβάλλει την άμεση καταγγελία στις Αρχές από γιατρούς, εκπαιδευτικούς, ψυχιάτρους και λοιπούς που έρχονται σε επαφή με περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας.
Μάλιστα, ο νόμος προβλέπει ως υποχρέωση των παραπάνω προσώπων την καταγγελία στις Αρχές, ανεξάρτητα αν το θύμα επιθυμεί να καταγγείλει ή αν αρνείται ότι υπήρξε αποδέκτης βίαιης συμπεριφοράς.
Ο νόμος αυτός, γνωστός ως «νόμος Φλωρίδη», εφαρμόζεται τελευταία και αφορά γυναίκες, παιδιά, ηλικιωμένους, ανάπηρους και κάθε ευάλωτο άτομο, που δέχεται βία ακόμα κι αν δεν θέλει –κάτι που δυστυχώς συμβαίνει συχνά– να προβεί σε καταγγελία.
Η νέα νομοθεσία επιβάλλει μάλιστα ειδικό προστατευτικό καθεστώς στους καταγγέλλοντες γιατρούς, εκπαιδευτικούς ή άλλους, για να μη στοχοποιούνται από τους θύτες, καθώς προβλέπεται ότι μόνον σε εξαιρετικές περιπτώσεις καλούνται σε κατάθεση, αλλιώς λαμβάνεται υπόψη η αναφορά τους.
Μετά τη σύλληψη ασκήθηκε δίωξη για βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη, κατηγορία σε βαθμό κακουργήματος.
Ακολούθησε η μετάβαση της ανακρίτριας Χριστίνας Σαλάπα στο σπίτι του γνωστού δικηγόρου, όπου εξετάστηκε το θύμα, ενώ ο ίδιος απολογούμενος έδωσε τη δική του εκδοχή για τα γεγονότα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η αναφορά του γιατρού με σαφή περιγραφή καταγμάτων, βαρύτατων κακώσεων και λοιπά καθόρισε τη συνέχεια της υπόθεσης, τόσο από την πλευρά του θύματος όσο και του δράστη, ο οποίος κατά πληροφορίες εμφανίστηκε να ομολογεί επιχειρώντας να δικαιολογήσει τη βαρύτατη πράξη του.
Πάντως, όπως έγινε γνωστό, ο ίδιος είχε εμπλακεί και παλιότερα σε περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας, όταν η πρώην σύζυγός του τον είχε καταγγείλει για ξυλοδαρμό. Παραμένει άγνωστο τι απέγινε με αυτή την ιστορία.
Ωστόσο σήμερα η πρώην σύζυγός του και άλλα συγγενικά του πρόσωπα βρέθηκαν στα δικαστήρια να του συμπαρασταθούν.
Σε κάθε περίπτωση, η αυστηροποίηση της νομοθεσίας για την ενδοοικογενειακή βία, με ποινές από πέντε ως 20 χρόνια αλλά και σειρά άλλων διατάξεων όπως η υποχρέωση γιατρών εκπαιδευτικών και άλλων να καταγγέλλουν, έχει αρχίσει να αποδίδει καρπούς, καθώς τα εγκλήματα αυτού του τύπου είναι πολύ συχνά, αποδεικνύεται ότι έχουν διαταξική διασπορά και αποτελούν μία από τις πλέον σκοτεινές πλευρές της εγκληματικότητας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από την υπόθεση του γνωστού δικηγόρου γίνεται αντιληπτό, ότι δεν αρκούν μόνον οι αυστηροί νόμοι για να παταχθούν αυτά τα φαινόμενα της ενδοοικογενειακής βίας, αλλά αποδεικνύονται εξαιρετικά χρήσιμες διατάξεις έξυπνες που αποδίδουν.
Και εδώ να σημειώσουμε ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης ετοιμάζει και νέο πακέτο παρόμοιων προστατευτικών διατάξεων.