Εγρήγορση και προβληματισμό έχει προκαλέσει η υποπαραλλαγή Eris του κορονοϊού η οποία εμφανίζεται να έχει επικρατήσει το τελευταίο διάστημα φέρνοντας περισσότερες νοσηλείες και στη χώρα μας και σε άλλες χώρες του πλανήτη.
Στην Ελλάδα η τελευταία έκθεση του ΕΟΔΥ σημείωνε ότι η «Eris» (EG.5.1) αντιπροσωπεύει το 11% των κρουσμάτων με τα περισσότεα που έχουν έως τώρα ταυτοποιηθεί να είναι από την περιοχή της Κρήτης.
Την ίδια ώρα έως εως και τη Δευτέρα το βράδυ σε απλές κλίνες νοσηλεύονταν 431 ασθενείς με κορωνοϊό αριθμός υπερδιπλάσιος σε σχέση με τα μέσα Ιουλίου όταν οι νοσηλευόμενοι ήταν λίγο περισσότεροι από 200 ενώ καταγράφονται, παράλληλα, περί τις 100 νέες εισαγωγές την ημέρα στα νοσηλευτικά ιδρύματα, μολονότι για την ώρα παραμένουν στην πλειοψηφία τους στο επίπεδο απλών νοσηλειών, χωρίς να παρατηρείται αύξηση των διασωληνώσεων και του αριθμού ασθενών που χρειάζονται ΜΕΘ.
«Ο ιός είναι εδώ, πρέπει να μάθουμε να ζούμε μαζί του», υπογραμμίζει στα «ΝΕΑ» ο καθηγητής Θεόδωρος Βασιλακόπουλος, με την εφημερίδα να «χαρτογραφεί» σε πέντε ερωτήματα την υποπαραλλαγή Eris.
Είναι η Eρις πιο μεταδοτική;
Ο εκπρόσωπος των Κέντρων Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (CDC) των ΗΠΑ δήλωσε πρόσφατα ότι με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία για το συγκεκριμένο στέλεχος «δεν υπάρχει κάτι που να αποδεικνύει πως μπορεί να διαδοθεί πιο εύκολα, ενώ οι θεραπείες και τα εμβόλια που έχουμε στη διάθεσή μας αναμένεται να συνεχίσουν να είναι αποτελεσματικά απέναντι και σε αυτό το στέλεχος». Ανάλογες είναι και οι εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, που πρόσφατα διεμήνυσε πως χαρακτηρίζει το στέλεχος Ερις ως «χαμηλού κινδύνου για την παγκόσμια δημόσια υγεία», έστω κι αν αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να μεταδίδεται πιο εύκολα.
Από την πλευρά του, ο Θεόδωρος Βασιλακόπουλος, καθηγητής Πνευμονολογίας και Εντατικής Θεραπείας στο ΕΚΠΑ, σημειώνει: «Ολα τα ενδημικά λοιμώδη νοσήματα κάνουν εξάρσεις και υφέσεις. Φαίνεται να βρισκόμαστε τώρα σε μια μικρή έξαρση, η οποία θα συνεχιστεί και τις επόμενες δυο τρεις εβδομάδες. Αν δει κανείς τα λύματα, θα καταλάβει ότι παντού το πρόσημο είναι θετικό, άρα αυτό θα μετατραπεί προσεχώς σε περισσότερα κρούσματα (που ούτως ή άλλως τώρα υποδιαγιγνώσκονται), σε περισσότερες νοσηλείες, σε περισσότερες πιθανόν εισαγωγές σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας. Αυτό οφείλεται στο ότι χαλαρώσαμε πάρα πολύ και κανείς δεν προσέχει και στο ότι αρχίζει να εμφανίζεται και στη χώρα μας και να αυξάνεται το ποσοστό του νέου στελέχους Ερις, το οποίο όντως δείχνει να είναι λίγο πιο μεταδοτικό από τα προηγούμενα λόγω των μεταλλάξεων που έχει. Αυτό που τώρα πρέπει να γίνει είναι να τροποποιήσουμε λίγο τη συμπεριφορά μας όλοι ώστε να γίνουμε πιο προσεκτικοί».
Ποιοι θα πρέπει να κάνουν το νέο εμβόλιο από φθινόπωρο;
Οπως υπογραμμίζει ο Θεόδωρος Βασιλακόπουλος, στην Ελλάδα ζούμε «σε μία από τις πέντε ευρωπαϊκές χώρες όπου υπάρχει σαφής έξαρση των κρουσμάτων. Παρακολουθούμε βδομάδα τη βδομάδα τι γίνεται. Ούτως ή άλλως, είμαστε μια χώρα που λογικά δέχεται πολλά κύματα τουριστών, όπου οι άνθρωποι είναι στα μπαρ, στα πανηγύρια, υπάρχει έντονη κοινωνική δραστηριότητα, άρα είναι λογικό να υπάρχουν περισσότερα κρούσματα. Οι συνέπειες των καλοκαιρινών διακοπών μάλλον θα φανούν πριν ανοίξουν τα σχολεία. Θυμίζω ότι τα σχολεία άνοιξαν με ασφάλεια όλες τις χρονιές, ακόμα και τότε που είχαμε πολύ μεγαλύτερη έκταση στο πρόβλημα του κορωνοϊού. Το εμβόλιο που θα έρθει τον Οκτώβριο θα είναι ένα τελείως καινούργιο εμβόλιο, το οποίο είναι φτιαγμένο για να αντιμετωπίζει το στέλεχος Κράκεν, αυτό που κυρίως επικρατεί αυτή τη στιγμή σε όλο τον κόσμο και είναι πάρα πολύ κοντά στο στέλεχος Ερις».
Ο ίδιος καταλήγει: «Η δική μου προτροπή είναι να το κάνουμε όλοι. Και 1.000% θα πρέπει να το κάνουν οι ευπαθείς ομάδες». Μαζί του, δε, δείχνουν να συμφωνούν και οι περισσότεροι επιστήμονες, που συνιστούν τον εμβολιασμό από το φθινόπωρο κυρίως για τις πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού – όπως, δηλαδή, συμβαίνει και με τα αντιγριπικά εμβόλια. Κάτι που ήδη συμβαίνει σε αρκετές χώρες, όπως η Ιταλία, όπου το υπουργείο Υγείας συνιστά τον εμβολιασμό των ευπαθών ομάδων και όσων έχουν ηλικία άνω των 60 ετών.
Πόσο προστατευμένοι είναι όσοι έχουν ήδη εμβολιαστεί;
«Δεν είναι μόνο ο ιός διαφορετικός, είμαστε και εμείς διαφορετικοί. Διαθέτουμε μεγαλύτερο βαθμό ανοσίας», λέει ο Ντέιβιντ Αλεν Βολ, καθηγητής σε ζητήματα μεταδοτικών νοσημάτων στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας. Προσθέτει δε, δίνοντας έναν αισιόδοξο τόνο, ότι «στην περίπτωση που κανείς έχει καλύτερη ανοσία, επειδή είχε ήδη νοσήσει από την Ομικρον ή επειδή είχε κάνει εμβόλιο ή μια αναμνηστική δόση, αυτό θα αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο θα τον επηρεάσει ο ιός. Κατά συνέπεια, είναι πιθανό να δούμε λιγότερες λοιμώξεις στο κάτω αναπνευστικό σύστημα».
Αυτό, πάντως, δεν σημαίνει ότι όσοι έχουν εμβολιαστεί μπορούν να θεωρηθούν πλήρως προστατευμένοι – κάτι που αποδεικνύει και η αύξηση κατά 80% περίπου των επισήμως καταγεγραμμένων κρουσμάτων από τις αρχές του μήνα. Υπάρχουν ορισμένοι, μάλιστα, που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Ανάμεσά τους και ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνου και ιατρικός διευθυντής του νοσοκομείου IRCCS Galeazzi – Sant’ Ambrogio, Φαμπρίτσιο Πρεγκλιάσκο, που λέει ότι «όσοι έχουν αρρωστήσει και όσοι έχουν εμβολιαστεί χάνουν την προστατευτική τους ικανότητα έπειτα από έξι μήνες, γιατί στο μεταξύ ο ιός έχει εξελιχθεί και το ανοσοποιητικό μας σύστημα όχι».
Πρέπει να επιστρέψουν οι μάσκες;
Σύμφωνα με τον Θεόδωρο Βασιλακόπουλο, «στη χώρα μας, όπως και σε άλλες χώρες, παρατηρείται τις τελευταίες εβδομάδες αύξηση των κρουσμάτων. Πάρα πολλοί συμπολίτες μας έχουν ξεχάσει ότι υπάρχει ο κορωνοϊός». Ο ίδιος πρόσθεσε: «Είναι αλήθεια ότι ο ΠΟΥ κήρυξε τη λήξη της πανδημίας. Αυτό όμως δεν σημαίνει εξαφάνιση του κορωνοϊού. Είναι εδώ, πρέπει να μάθουμε να ζούμε μαζί του. Οι ευπαθείς ομάδες θα πρέπει να προσέχουν περισσότερο και να χρησιμοποιούν τη μάσκα, η οποία δεν είναι πλέον υποχρεωτική, είναι όμως προστατευτική. Εχει τεράστια σημασία, αν αναπτύξουμε το οποιοδήποτε σύμπτωμα, να κάνουμε διάγνωση γρήγορα με τα αντίστοιχα τεστ, ώστε να λάβουμε και την κατάλληλη αντιιική αγωγή που είναι διαθέσιμη και η οποία μειώνει την πιθανότητα να πάμε στο νοσοκομείο. Τουλάχιστον οι ευπαθείς ομάδες, οι άνθρωποι με υποκείμενα νοσήματα και οι μεγαλύτεροι ηλικιακά θα πρέπει να χρησιμοποιούν μάσκα σε περιβάλλοντα με κόσμο. Και όσοι από τους υπόλοιπους ανθρώπους έχουν συμπτώματα από το αναπνευστικό – βήχα, καταρροή, πυρετό, πόνο στον λαιμό – καλό είναι όταν βρίσκονται με κόσμο να φορούν μάσκα».
Είναι τελικώς η Covid-19 μια νέα γρίπη;
Τον περασμένο Μάρτιο, ο διευθυντής του τμήματος καταστάσεων έκτακτης ανάγκης του ΠΟΥ, Μάικλ Ράιαν, είχε πει ότι «φτάνουμε σε ένα σημείο στο οποίο μπορούμε να αντιμετωπίζουμε την Covid-19 με τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίζουμε την εποχική γρίπη». Μια εκτίμηση η οποία συνάδει με εκείνες αρκετών επιστημόνων οι οποίοι, από την πρώτη κιόλας φάση, είχαν προβλέψει ότι σταδιακά η πανδημία της Covid-19 δεν θα εξαφανιζόταν, αλλά θα εξελισσόταν σε ένα ενδημικό φαινόμενο για τις κοινωνίες. Μάλιστα, ο ιταλός λοιμωξιολόγος Ματέο Μπασέτι προέβλεψε στην «Corriere della Sera» ότι εφεξής «θα υπάρχει ένα ετήσιο ενισχυτικό για την Covid καθώς και για τη γρίπη. Κάθε χρόνο τα εμβόλια θα περιέχουν τα ιικά στελέχη που επικρατούν την τρέχουσα περίοδο».
Ο Ράιαν, ωστόσο, έσπευσε να προειδοποιήσει πως η «σύγκλιση» Covid-19 και γρίπης δεν σημαίνει πως έχουν πάψει να αντιπροσωπεύουν έναν σοβαρό κίνδυνο. «Θα είναι μια απειλή για την υγεία, ένας ιός που θα συνεχίσει να σκοτώνει», είχε πει – κάτι που επιβεβαιώνεται από το στέλεχος Ερις. Πρόσθεσε, όμως, ότι είναι «ένας ιός που θα πάψει να διαταράσσει τις κοινωνίες μας ή τη λειτουργία των συστημάτων υγείας και των νοσοκομείων μας – κάτι που πιστεύω ότι θα συμβεί φέτος».