Νέα δεδομένα σε διπλό μέτωπο δημιουργεί η προοπτική μετεγκατάστασης του καζίνο Πάρνηθας στο Μαρούσι, σε έναν υπερσύγχρονο πόλο ψυχαγωγίας και φιλοξενίας που επανήλθε τώρα στο προσκήνιο με την υποβολή στο Συμβούλιο της Επικρατείας του σχετικού σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος, ένα από τα βασικά βήματα στην αλυσίδα των αδειοδοτικών διαδικασιών.
Η επένδυση, άνω των 200 εκατ. ευρώ, που πρόκειται να υλοποιηθεί στον βόρειο άξονα της πρωτεύουσας (όπου άλλωστε παραπέμπει σήμερα και το όνομά της «Voria»), κινητοποιεί εξελίξεις με πολλές, διαφορετικές πτυχές τόσο για την Πάρνηθα όσο και για το Μαρούσι, πέραν του κρίσιμου, οικονομικού αντίκτυπου με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας τόσο κατά την ανάπτυξη όσο και κατά τη λειτουργία του συγκροτήματος, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο επιχειρηματικό πλάνο.
Παράλληλα, διατηρούνται και οι 1.000 θέσεις εργασίας της Ελληνικό Καζίνο Πάρνηθας που είναι σήμερα επίφοβες λόγω της ακατάλληλης θέσης όπου δραστηριοποιείται σήμερα το καζίνο «Μον Παρνές», στην καρδιά του πολύπαθου, ειδικά μετά και τις περσινές πυρκαγιές, Εθνικού Δρυμού. Με τη νέα επένδυση δημιουργείται ένας μεγάλος πόλος τουρισμού και αναψυχής για πρώτη φορά στα βόρεια προάστια, με ένα υπερσύγχρονο, βιοκλιματικό συγκρότημα με ξενοδοχείο πολυτελείας, χώρους πολιτισμού, εστίασης και ψυχαγωγίας, το οποίο θα περιβάλλεται από 30 στρέμματα πρασίνου και ελεύθερων κοινόχρηστων χώρων, ενώ η δόμηση περιορίζεται στο ελάχιστο δυνατόν, σε αντίθεση με άλλες επαγγελματικές αναπτύξεις στην περιοχή, που εξαντλούν τους συντελεστές.
Το επενδυτικό πλάνο
Τι προβλέπει, λοιπόν, το επενδυτικό σχέδιο της Ελληνικό Καζίνο Πάρνηθας, όταν θα φύγει το καζίνο από το βουνό; Κατ’ αρχάς, θα απομακρυνθούν όλες οι προσωρινές εγκαταστάσεις του καζίνο και θα αποκατασταθεί το φυσικό τοπίο. Επιπλέον, θα ανακατασκευαστεί πλήρως, όπως ήταν, ο «Πύργος Μυλωνά» του συγκροτήματος, έργο προϋπολογισμού 23 εκατ. ευρώ, με τον φορέα της επένδυσης να αναλαμβάνει όλες τις δαπάνες και στη συνέχεια, μαζί με το υπερσύγχρονο τελεφερίκ και το πρώην «Ξενία» (το οποίο έχει ενταχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για την αποκατάσταση του πρώην Sanatorium / Hotel) θα αποδοθούν χωρίς κανένα αντάλλαγμα στο Δημόσιο και κατά προέκταση στους επισκέπτες του Λεκανοπεδίου.
Επιπλέον, ο Δρυμός θα έχει και άλλη… προίκα: η εταιρεία, από την έναρξη λειτουργίας στη νέα θέση και για πέντε χρόνια θα καταβάλλει 2 εκατ. ευρώ ετησίως για τη συντήρηση του οδικού δικτύου του Δρυμού, την αντιπυρική του προστασία, αλλά και τη συντήρηση/λειτουργία των εγκαταστάσεων τελεφερίκ. Ετσι, απεμπλέκεται συνολικά η περιοχή της Πάρνηθας από μια δραστηριότητα η οποία δεν συνάδει με τον Δρυμό, ιδιαίτερα μετά τις περσινές φωτιές, ενώ δίνεται η δυνατότητα της ολικής ανάπλασής της. Ο Δρυμός μαζί με τo κτήμα του Τατοΐου θα αποτελέσουν μοναδικό πόλο αναψυχής του Λεκανοπεδίου, με χρήσεις συμβατές προς την περιβαλλοντική βαρύτητα της Πάρνηθας.
Κατηφορίζοντας στο Μαρούσι, στο ύψος του ΟΑΚΑ, στη συμβολή των λεωφόρων Κηφισίας και Σπ. Λούη -θέση Δηλαβέρη ή πρώην Μαρμαράδικα όπως είναι γνωστή- υπάρχει μία ιδιωτική έκταση 55 στρεμμάτων, με πρόσοψη επί της λεωφ. Κηφισίας 300 μέτρων, που αποκτήθηκε προ περίπου 30 ετών και είναι ίσως το τελευταίο εναπομείναν φιλέτο γης στην περιοχή. Μια περιοχή όπου τελευταία καταγράφεται μεγάλη κινητικότητα σε επαγγελματικές αναπτύξεις, σε συνέχεια όσων ανεγέρθηκαν τις προηγούμενες δεκαετίες, τότε, δυστυχώς, χωρίς ιδιαίτερο σχεδιασμό για τις επιπτώσεις τους σε περιβάλλον και κυκλοφορία. Είναι χαρακτηριστικό ότι παρά τις χρήσεις που υπάρχουν σε όλο αυτόν τον άξονα -έδρες και γραφεία πολυεθνικών εταιρειών, νοσοκομεία, μαιευτήρια, γήπεδα, malls κ.λπ-, υπάρχει μεγάλη έλλειψη τουριστικών υποδομών φιλοξενίας, όπως και μεγάλων οργανωμένων χώρων πρασίνου και ήπιων, υπαίθριων δραστηριοτήτων.
Γύρω από την έκταση επικρατεί η συνήθης χαοτική εικόνα περιοχών εκτός σχεδίου, ενώ ο παρακείμενος κόμβος των δύο λεωφόρων Κηφισίας και Σπ. Λούη «βογκάει» καθημερινά από έναν κυκλοφοριακό φόρτο που πηγάζει περισσότερο από κακό σχεδιασμό. Την απαιτούμενη τάξη θέλει να αποκαταστήσει, με ένα πιο οργανωμένο πλαίσιο, η σχεδιαζόμενη επένδυση που σήμερα εξετάζεται από το ΣτΕ.
Στο οικόπεδο που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί -ως είθισται στην περιοχή- για ένα μεγάλο συγκρότημα επαγγελματικών χρήσεων, με γραφεία, μεγάλα καταστήματα κ.ο.κ., με δόμηση δεκάδων χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων, προτείνεται ένα επενδυτικό σχέδιο 200 εκατ. ευρώ, για τη δημιουργία ενός πόλου ψυχαγωγίας και φιλοξενίας, με ένα υπερσύγχρονο, βιοκλιματικό συγκρότημα, ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής και αισθητικής, «στο ύψος σχεδόν ενός τριώροφου σπιτιού», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, με ξενοδοχείο πολυτελείας, χώρους πολιτισμού, εκδηλώσεων, εστίασης και ψυχαγωγίας, μεγάλα υπόγεια πάρκινγκ κ.ά. που θα περιβάλλεται από 30 στρέμματα πρασίνου και ελεύθερων κοινόχρηστων χώρων. «Πρόκειται για ένα επενδυτικό πλάνο στα πρότυπα των σύγχρονων συγκροτημάτων ψυχαγωγίας, φιλοξενίας και διασκέδασης, που είναι η νέα τάση στις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις και τα οποία δημιουργούν βιώσιμη ανάπτυξη, απασχόληση και εισόδημα».
Εκεί θα στεγαστεί και το καζίνο «που μάλλον θα είναι και πιο… αθέατο από ότι τα mini casino κάτω από τις πολυκατοικίες ή τους περαστικούς που παίζουν ρουλέτα στο κινητό τους στο αυτοκίνητο, στη στάση του λεωφορείου ή στις βεράντες τους». Μιλώντας ακριβώς για την Πάρνηθα, τα στελέχη της εταιρείας κάνουν ακριβώς τον παραλληλισμό με το «δέντρο» και το «δάσος», όπου «δέντρο» είναι το καζίνο και η μετεγκατάστασή του, ενώ «δάσος» είναι η επένδυση που θα το φιλοξενήσει στο Μαρούσι, σε έναν πόλο ψυχαγωγίας και φιλοξενίας και ταυτόχρονα, μια δεύτερη επένδυση, για την «απελευθέρωση» της Πάρνηθας από μια χρήση που πλέον, όπως υποστηρίζεται, δεν έχει πλέον καμία θέση εκεί. Πολύ περισσότερο όταν όλες οι μορφές ανταγωνισμού τυχερών παιγνίων καλπάζουν και βρίσκονται παντού – από τα περίπτερα, τα μίνι μάρκετ και τα «φρουτάκια» της (κάθε) γειτονιάς, μέχρι την κάθε είδους κινητή συσκευή, σε αντιδιαστολή με τα επίγεια καζίνο όπου 8 στα 10 παραπαίουν ή είναι χρεοκοπημένα.
Η επένδυση στο Μαρούσι
Υπό αυτές τις συνθήκες, αν το καζίνο παρέμενε στο βουνό, πολύ περισσότερο παρά ποτέ τώρα με την άφιξη του έτερου πόλου στο Ελληνικό οδηγείται με απόλυτη βεβαιότητα στην απαξίωση και στη χρεοκοπία, με μεγάλο χαμένο και το Δημόσιο (ο μεγάλος, μακράν, μέτοχος με 49% στην εταιρεία), που τώρα, με το νέο project έχει λαμβάνειν αφενός από το αντάλλαγμα -30 εκατ. ευρώ-, αφετέρου από τη συμμετοχή του στα αυξημένα έσοδα παιγνίων (σ.σ. εκτιμάται ότι στη νέα θέση θα ανέρχονται σε περίπου 30 εκατ. ευρώ ετησίως, έναντι 13,5 εκατ. ευρώ που αναμένονται για την περίοδο 2022/23 στην παρούσα θέση), αλλά και από τον πολλαπλασιασμό της αξίας της σημαντικής εταιρικής του συμμετοχής.
Οπως εύκολα αποδεικνύεται από την πορεία των οικονομικών μεγεθών της εταιρείας κατά την τελευταία δεκαετία, είναι ξεκάθαρο ότι αν δεν υλοποιηθεί η μετεγκατάσταση εγκαίρως, εκτός από τα διαφυγόντα οφέλη, θα απαξιωθεί πλήρως η εν λόγω συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου, θα χαθούν εκατοντάδες θέσεις εργασίας, ενώ θα προκύψουν κι επιπρόσθετες επιβαρύνσεις για τη διάσωση μιας ακόμη προβληματικής εταιρείας. Γι’ αυτό και -όπως υποστηρίζεται- γενικότερα με τη νέα επένδυση τελικά αποκαθίσταται η ισορροπία στα επίγεια τυχερά παίγνια, υλοποιείται ο αρχικός σχεδιασμός (από το 1993) για δύο καζίνο, μαζί με του Ελληνικού, στην Αττική και αντιμετωπίζονται σημαντικές ελλείψεις υποδομών τουρισμού-αναψυχής στον βόρειο άξονα.
Ακόμη δύο σημαντικές πτυχές-παρεμβάσεις του επενδυτικού σχεδίου που προτάσσονται έχουν να κάνουν με το γεγονός ότι η επένδυση στο Μαρούσι:
α) Θα επιλύσει το χρόνιο πολεοδομικό και κυκλοφοριακό πρόβλημα της περιοχής του Ολυμπιακού Σταδίου. Αφενός, με εισφορά γης 3 στρεμμάτων, πλέον της προβλεπόμενης των 25 στρεμμάτων, με «πρόσωπο» επί των δύο λεωφόρων και με χρηματοδότηση από τον φορέα θα γίνουν οδικά έργα προς ανακούφιση του κυκλοφοριακού φόρτου που επιβαρύνει χρόνια τώρα τη συγκεκριμένη ζώνη.
Αφετέρου, θα ολοκληρωθεί και η χρονίζουσα ένταξη της περιοχής στο Σχέδιο Πόλης, που θα αποφέρει στον Δήμο Αμαρουσίου έσοδα από εισφορές άνω των 15 εκατ. ευρώ και θα αλλάξει την εικόνα της εκτός σχεδίου αναρχίας.
β) Θα δημιουργήσει εκατοντάδες νέες άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας και ταυτόχρονα θα εξασφαλίσει και τις περίπου 1.000 υφιστάμενες του καζίνο της Πάρνηθας.