Δεκαεπτά μήνες μετά την ανακοίνωση της ετυμηγορίας των δικαστών του τριμελούς εφετείου Κακουργημάτων, για την εγκληματική οργάνωση που δρούσε «υπό τον μανδύα πολιτικού κόμματος», η ιστορική απόφαση για την Χρυσή Αυγή καθαρογράφηκε και καταχωρήθηκε στο ειδικό βιβλίο των αποφάσεων, ανοίγοντας πλέον τον δρόμο για τον προσδιορισμό της δίκης σε δεύτερο βαθμό.
Η ογκώδης απόφαση στην οποία αναλύεται το σκεπτικό των δικαστών, που επί πέντε χρόνια εκδίκαζαν την υπόθεση των 69 κατηγορούμενων μελών του κόμματος, που επί δύο κοινοβουλευτικές περιόδους είχε πετύχει την είσοδό του στην Βουλή, καταλαμβάνει χιλιάδες σελίδες, με τα δεδομένα να φθάνουν το 1 terabyte.
Ήδη η καταχώρηση της απόφασης προκάλεσε την άμεση αντίδραση των συνηγόρων Πολιτικής Αγωγής, οι οποίοι, με αίτημά τους προς την ηγεσία του εφετείου, ζητούν τον προσδιορισμό της δευτεροβάθμιας δίκης με τόπο διεξαγωγής την αίθουσα τελετών του εφετείου, καθώς και την απαλλαγή των μελών της σύνθεσης του πενταμελούς εφετείου Κακουργημάτων, από κάθε άλλη δικαστική υπηρεσία.
Να σημειωθεί ότι στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο θα εκδικαστούν και οι εφέσεις των καταδικασθέντων, με τις οποίες διεκδικούν την μείωση των ποινών τους, αλλά και η έφεση υπέρ του νόμου που άσκησε ο εισαγγελέας, ζητώντας την επιβολή μεγαλύτερης ποινής για συγκεκριμένους καταδικασθέντες, μεταξύ των οποίων ο αρχηγός και η διευθυντική ομάδα της Χρυσής Αυγής.
Το δικαστήριο, τον Οκτώβριο του 2020, με την ομόφωνη απόφασή του, καταδίκασε 7 πρώην βουλευτές για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης και 11 πρώην βουλευτές για συμμετοχή. Επίσης, 18 κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν για την δολοφονία Φύσσα, 5 για την επίθεση στους Αιγύπτιους αλιεργάτες, 3 για την επίθεση σε μέλη του ΠΑΜΕ, και 14 καταδικάστηκαν, είτε ως μέλη της οργάνωσης, είτε για άλλες πράξεις.
«Εγκληματική οργάνωση»
Οι δικαστές, στο σκεπτικό τους για την εγκληματική οργάνωση, κρίνουν πως αποδείχθηκαν οι παραδοχές του βουλεύματος, το οποίο αναφέρεται σε ναζιστικού τύπου οργάνωση, που ιδρύθηκε την δεκαετία του 1980 και εξακολούθησε σε όλη την πορεία της να έχει την ίδια ιδεολογία. Όπως συγκεκριμένα σημειώνουν: «Η ναζιστική αυτή ιδεολογία δεν άλλαξε από το 1992, ούτε οι υποστηρικτές αυτής απομακρύνθηκαν, όπως αβάσιμα οι κατηγορούμενοι ισχυρίζονται. Τούτο άλλωστε σαφώς προκύπτει από δηλώσεις, έγγραφα, φωτογραφίες, βίντεο, ναζιστικά σύμβολα, ναζιστικό χαιρετισμό, ομιλίες εντός των γραφείων αλλά και δημόσια, όπως ενδεικτικά αποσπάσματα δημοσιευμάτων στην εφημερίδα ‘Χρυσή Αυγή’ του 2006, δηλώσεις του Νίκου Μιχαλολιάκου, ομιλίες του και άλλα».
Στο σκεπτικό τονίζεται δε, πως «την ναζιστική ιδεολογία τους, ηγετικά στελέχη της Χρυσής Αυγής την καθιστούσαν εμφανή, πλην άλλων και με δερματοστιξία, όπως ο ναζιστικός αετός του Ιωάννη Λαγού, η σβάστικα του Ηλία Κασιδιάρη, το ‘Sieg Heil’ του Παναγιώτη Ηλιόπουλου, όπως και με άλλους τρόπους, μεταξύ των οποίων και η εκπαίδευση ενηλίκων με το ‘χάιλ Χίτλερ’». Όπως συγκεκριμένα αναφέρεται μάλιστα, «κύριο χαρακτηριστικό της εγκληματικής οργάνωσης, η οποία εκκολάφθηκε και στους κόλπους του πολιτικού σχηματισμού και μετέπειτα πολιτικού κόμματος με την επωνυμία λαϊκός σύνδεσμος Χρυσή Αυγή και δραστηριοποιείτο υπό την κάλυψή του, ήταν η ιεραρχική δομή της, με επικεφαλής τον αρχηγό της Νικόλαο Μιχαλολιάκο, στη συνέχεια τους βουλευτές του κόμματος, οι οποίοι είχαν οριστεί και περιφερειάρχες σε συνενωμένες μεγάλες εκλογικές περιφέρειες για τον συντονισμό των δράσεων, και τέλος τους υπευθύνους κάθε τοπικής οργάνωσης».
Σκοποί και δράση
Η απόφαση των δικαστών όσον αφορά τους σκοπούς και τη δράση της οργάνωσης είναι ξεκάθαρη: «Η εγκληματική τους δράση, που σκοπό είχε την διά της βίας αντιμετώπιση των αλλοδαπών, των ιδεολογικών αντιπάλων, των αντιφρονούντων και δια του τρόπου αυτού την επιβολή και διάδοση πολιτικών ιδεών και θεωριών, εκδηλωνόταν μέσω των τοπικών οργανώσεων και πάντα υπό την καθοδήγηση ανώτερου στην ιεραρχία στελέχους της».
Επισημαίνεται επίσης ότι: «Από την αποδεικτική διαδικασία προέκυψε ότι κάθε παραβίαση της ιεραρχίας επέσυρε πειθαρχικές ποινές για μέλη τα οποία παράκουσαν εντολή που δόθηκε από ανώτερο όργανο. Υπεύθυνος στο πειθαρχικό συμβούλιο ήταν οι Λαγός και Παναγιώταρος. Οι πειθαρχικές ποινές περιελάμβαναν ακόμα και τον αποκλεισμό του αποπεμφθέντος από τα γραφεία».
Στην απόφαση γίνεται εκτενής αναφορά στον ρόλο του αρχηγού και στο καθεστώς που διέπει όλη την δομή της Χρυσής Αυγής: «Η αρχή του αρχηγού αποδεικνύεται ότι διαπερνά την ιεραρχική δομή της εγκληματικής οργάνωσης από την αρχή της ίδρυσής της. Ο γενικός γραμματέας, ο αρχηγός, ο ανώτατος ηγέτης ο Νίκος Μιχαλολιάκος, έχει την απόλυτη, απεριόριστη και αδιαμφισβήτητη εξουσία, ως και την απόλυτη ευθύνη των τελικών αποφάσεων. Η πίστη στον αρχηγό ανάγεται σε επίπεδο μεταφυσικής, εκδηλώνεται δε πανηγυρικά και με τη διαδικασία του όρκου».
Αναφορά με λεπτομέρειες, γίνεται επίσης και στην επιχειρησιακή δράση «της Χρυσής Αυγής έναντι τρίτων» η οποία «υλοποιείται από επίλεκτες ομάδες στελεχών, μελών, υποστηρικτών, που ασπάζονται τους σκοπούς της και την ιδεολογία της, για την οποία τακτικές ήταν οι ιδεολογικού προσανατολισμού επιμορφωτικές συναντήσεις, όπου αναλύονταν θέματα σχετικά με τις απόψεις και τους στόχους της Χρυσής Αυγής από ειδικούς ομιλητές. Πρόκειται για ομάδες ατόμων που συμμετείχαν σε παραστρατιωτικές εκπαιδεύσεις, έφεραν ομοιόμορφη στρατιωτική ενδυμασία, κατείχαν σχεδόν όλοι παράνομα όπλα και επιτίθεντο σε συγκεκριμένες ομάδες – στόχους».
Δολοφονία Φύσσα
Για την δολοφονία του Παύλου Φύσσα, το δικαστήριο, επικαλούμενο τα στοιχεία που διατέθηκαν στην δίκη, αναφέρει πως «το θύμα δέχτηκε επίθεση και χτυπήματα από τα μέλη της Χρυσής Αυγής, πριν το θανάσιμο τραυματισμό του» και ότι το κίνητρο ήταν πολιτικό-ιδεολογικό.
Τονίζουν μάλιστα οι δικαστές: «Ο Ρουπακιάς δεν έδρασε μόνος του και αυτοβούλως, η ανθρωποκτονία του Παύλου Φύσσα ήταν αποτέλεσμα της οργανωμένης κινητοποίησης της ασφάλειας της τοπικής οργάνωσης Νίκαιας της Χρυσής Αυγής, το δε κίνητρο ήταν πολιτικό ιδεολογικό. Ο κατηγορούμενος Γεώργιος Ρουπακιάς, δεν ήταν ένας απλός ψηφοφόρος της Χρυσής Αυγής, ούτε ένας τυχαίος περαστικός από τα γραφεία, όπως ισχυρίστηκε σε δηλώσεις του ο γενικός γραμματέας Νικόλαος Μιχαλολιάκος. Ήταν μέλος της τοπικής Νικαίας ήδη από τον Ιούλιο του 2012 και μάλιστα μέλος του πενταμελούς της τοπικής Νικαίας της Χρυσής Αυγής, και συγκεκριμένα ήταν ταμίας».
Για τους 15 συγκατηγορουμένους του Ρουπακιά στην δολοφονία του μουσικού, η απόφαση αναφέρει ότι «δημιούργησαν ευνοϊκές συνθήκες για την τέλεση του κακουργήματος και συγκεκριμένα κλίμα γενικότερης σύγχυσης και οχλαγωγίας, έντασης και εκφοβισμού του ευρισκομένου στο σημείο αυτό Παύλου Φύσσα, καθώς και της ολιγομελούς παρέας του, στην οποία συμμετείχαν και δύο νεαρές γυναίκες, με τον προπηλακισμό τούτων με ιαχές και ύβρεις, καθώς και με τον ξυλοδαρμό τους εκ μέρους κάποιων από το τάγμα εφόδου, με αποτέλεσμα της συμπεριφοράς τους αυτής, που συνιστούσε προετοιμασία εδάφους για την καίρια και μοιραία παρέμβαση του Ρουπακιά, ο Παύλος Φύσσας να εγκλωβιστεί από αυτούς και έτσι να καταστεί ευάλωτος…».
Τέλος, βασιζόμενοι σε δεκάδες στοιχεία, οι δικαστές αναφέρονται ως και στην «επιχείρηση συγκάλυψης της ανθρωποκτονίας του Παύλου Φύσσα από την ηγεσία και επιφανή στελέχη της Χρυσής Αυγής», επικαλούμενοι σχεδιαγράμματα των τηλεφωνικών κλήσεων που έλαβαν χώρα το βράδυ της δολοφονίας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ