Την τελευταία τριετία, εξαιτίας της πανδημίας, εκατομμύρια παιδιά έκαναν μήνες να πατήσουν το πόδι τους στα σχολεία και στα νηπιαγωγεία. Αυτή η κατάσταση οδήγησε στα έντονα προβλήματα που παρουσιάζουν οι πιο μικροί μαθητές, κυρίως στην ικανότητα ανάγνωσης. Σύμφωνα με πληθώρα νέων μελετών, τα παιδιά έχουν απoλέσει σημαντικά ορόσημα της ανάπτυξης της αναγνωστικής τους δεξιότητας, κάτι που δεν παρατηρείτο πριν από την έναρξη της υγειονομικής κρίσης.
Μία από τις έρευνες που εκπονήθηκαν, στην πολιτεία της Βιρτζίνια, διαπίστωσε ότι η ικανότητα ανάγνωσης των μικρότερων παιδιών είναι η υποδεέστερη της τελευταίας 20ετίας.
Στη Βοστώνη, το 60% των μαθητών που φοιτούν σε σχολεία σε γειτονιές με υψηλά ποσοστά φτώχειας κινδυνεύει να αντιμετωπίσει μεγάλες δυσχέρειες στην εξέλιξη της ικανότητάς του να διαβάζει και να κατανοεί γραπτό κείμενο. Μετά την πανδημία, ο αριθμός των παιδιών που εμφανίζουν τέτοια προβλήματα διπλασιάστηκε συγκριτικά με την περίοδο προ πανδημίας.
Από την κατάσταση αυτή επηρεάστηκαν τα παιδιά όλων των δημογραφικών ομάδων. Εντονότερο, ωστόσο, πρόβλημα αντιμετωπίζουν οι μικροί Αφροαμερικανοί και ισπανόφωνοι, όπως και τα παιδιά οικογενειών με χαμηλά εισοδήματα και ιδιαίτερα εκείνα που δεν έχουν καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας.
Η δρ Τίφανι Χόγκαν, επικεφαλής του Εργαστηρίου Λόγου και Αλφαβητισμού στο Ινστιτούτο Επιστημών Υγείας του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης, στη Βοστώνη, τονίζει ότι «σήμερα βρισκόμαστε σε αχαρτογράφητα νερά. Αν τα παιδιά δεν καταφέρουν να αναπτύξουν την αναγνωστική τους ικανότητα μέχρι το τέλος του δημοτικού σχολείου, οι κίνδυνοι για το μέλλον τους είναι τεράστιοι. Παιδιά που δεν μπορούν να διαβάσουν με ευκολία, συνήθως εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο, με αποτέλεσμα να κερδίζουν λιγότερα χρήματα στη μετέπειτα ζωή τους και συχνά όταν μεγαλώσουν βρίσκονται αντιμέτωπα με την ποινική δικαιοσύνη».
Η Γκαρέσα, δασκάλα της πρώτης δημοτικού σε σχολείο φτωχογειτονιάς του Κονέκτικατ, βοηθάει τους μαθητές της. «Πολλά παιδιά πασχίζουν να διαβάσουν», λέει. Η χρήση μάσκας στα σχολεία δεν ευθύνεται για την ελλειμματική αναγνωστική ικανότητα των μικρότερων μαθητών, επισημαίνουν οι ειδικοί. (Christopher Capozziello / The New York Times)
H αλήθεια είναι ότι το πρόβλημα αυτού του ιδιότυπου αναλφαβητισμού δεν οφείλεται ούτε ξεκινά με την πανδημία. Τα αποτελέσματα διεθνών και αμερικανικών εξετάσεων που πραγματοποιήθηκαν το 2019 αποτύπωσαν ως στάσιμη ή επιδεινούμενη την αναγνωστική ικανότητα των Αμερικανών. Ταυτόχρονα, κατέγραψαν διεύρυνση του χάσματος μεταξύ εκείνων που είχαν υψηλές επιδόσεις στα τεστ και εκείνων που δεν τα κατάφεραν καλά. Τα αίτια αυτής της κατάστασης είναι πολυπαραγοντικά. Οι ειδικοί θεωρούν κυρίαρχο τις μεγάλες ελλείψεις σε εκπαιδευτικούς που ειδικεύονται στη διασύνδεση των ήχων της ομιλούμενης αγγλικής γλώσσας με τα γράμματα που την αποτυπώνουν στο χαρτί.
«Αν δεν καταφέρουν να αναπτύξουν την αναγνωστική τους ικανότητα μέχρι το τέλος του δημοτικού σχολείου, οι κίνδυνοι για το μέλλον τους είναι τεράστιοι».
Η πανδημία, βέβαια, επιδείνωσε περισσότερο το ήδη υπάρχον πρόβλημα. Τα παιδιά παρέμειναν, επί μήνες, μακριά από τις σχολικές αίθουσες, όπου θα διδάσκονταν τα βασικά της γλώσσας, την αλφάβητο, αλλά και τον ήχο της εκφοράς κάθε γράμματος. Οι μαθητές που επέστρεψαν στην πρώτη και στη δευτέρα τάξη του δημοτικού, υποχρεώθηκαν να επαναλάβουν μέρος του εκπαιδευτικού προγράμματος του νηπιαγωγείου. Στα μισά δημόσια σχολεία, όπως διαπίστωσε ομοσπονδιακή έρευνα που εκπονήθηκε τον Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο, καταγράφονται ελλείψεις διδακτικού προσωπικού. Ιδιαίτερα σοβαρές είναι αυτές που καταγράφονται στα σχολεία ειδικής αγωγής, αλλά και στις πρώτες τάξεις του δημοτικού.
Φέτος, όταν άνοιξαν τα σχολεία με φυσική παρουσία των μαθητών, οι διπλάσιοι, συγκριτικά με την προ πανδημίας περίοδο, μαθητές της πρώτης δημοτικού είχαν αναγνωστική ικανότητα επιπέδου νηπιαγωγείου ή ακόμη μικρότερη, όπως αναφέρουν οι διευθύνσεις των δημοτικών σχολείων. Η πανδημία και οι συνέπειές της στην καθημερινότητά μας δεν επηρέασαν μόνο την αναγνωστική ικανότητα, αλλά και τις μαθηματικές δεξιότητες των παιδιών. Η δρ Χόγκαν επισημαίνει ότι «αυτό που διαπιστώνουμε σήμερα είναι ότι πολλά παιδιά δεν είχαν την αναγκαία κινητοποίηση κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης, ώστε να αναπτύξουν ικανοποιητικά την ικανότητα του λόγου και της ανάγνωσης».
Ορισμένοι εκπαιδευτικοί και γονείς αποδίδουν αυτή την κατάσταση στη χρήση μάσκας στις σχολικές αίθουσες. Οι ερευνητές, ωστόσο, επισημαίνουν πως, αν και έχει αποδειχθεί η διασύνδεση μεταξύ των κλειστών σχολείων και των περιορισμένων επιτευγμάτων των παιδιών, δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι η χρήση μάσκας παρεμπόδισε την ανάπτυξη της αναγνωστικής ικανότητας των παιδιών.
Ελλείψεις εκπαιδευτικών
Αρκετές πολιτείες των Ηνωμένων Πολιτειών προσπαθούν να επιλύσουν τα προβλήματα που προκάλεσαν στις μαθησιακές δεξιότητες των παιδιών η πανδημία και το κλείσιμο των σχολείων. Η δρ Χόγκαν έχει λάβει ομοσπονδιακή χρηματοδότηση για να βοηθήσει μικρές ομάδες παιδιών, από τα οικονομικώς ασθενέστερα στρώματα, να ενισχύσουν την ικανότητά τους να διαβάζουν. Ωστόσο, όπως παραδέχεται, αντιμετώπισε μεγάλη δυσκολία να βρει εκπαιδευτικούς για το πρόγραμμα.
Σε αυτό, αναμφίβολα δεν βοηθάει η μεγάλη αύξηση της ζήτησης ιδιωτικής θεραπείας των προβλημάτων γλώσσας και ανάγνωσης από τις εύπορες οικογένειες. Σε αυτή την περίπτωση, το κόστος της θεραπευτικής συνεδρίας μιας ώρας μπορεί να φτάσει τα 200 δολάρια. Πρόκειται για μια δυναμική που κάνει τους εξειδικευμένους εκπαιδευτικούς να εγκαταλείψουν ολοκληρωτικά την απασχόλησή τους στη δημόσια εκπαίδευση, εντείνοντας τις ελλείψεις διδακτικού προσωπικού.