Τρεις ξεχωριστές αποφάσεις του ΣτΕ για τα ρέματα Ποδονίφτη, Πικροδάφνης και Μεγάλου Ρέματος της Ραφήνας καταγράφουν τη νομολογία του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου για την προστασία των υδάτινων οικοσυστημάτων.
Ταυτοχρόνως αναδεικνύουν διαφορετικές προσεγγίσεις, όσον αφορά στην υλοποίηση έργων διευθέτησης και κατασκευής τεχνικών έργων μετατροπής τους από φυσικά ρέματα σε τσιμεντένιους αγωγούς ομβρίων και αντιπλημμυρικών υποδομών.
Παράλληλα οι αποφάσεις του ΣτΕ δίνουν σαφείς κατευθύνσεις στην πολιτεία για την οριοθέτηση των ρεμάτων, την αναστολή οικοδομικών εργασιών και την κατεδάφιση αυθαιρέτων.
Οι Κων/νος Καρατσώλης, Δικηγόρος, Δίκαιο Πολεοδομίας και Περιβάλλοντος και Ελευθέρια Βολάκη, Δικηγόρος, Μετ/κό πρόγραμμα «Δίκαιο Περιβάλλοντος» της Νομικής Σχολής Αθηνών, σε επιστημονικό άρθρο τους, με τίτλο «Αρχές Περιβαλλοντικού Δικαίου κατά την οριοθέτηση ρεμάτων», σε ενότητα που αναφέρεται στην «Αρχή της μη αποσπασματικής οριοθέτησης των ρεμάτων μέσα από τη νομολογία του ΣτΕ» παρουσιάζουν τις αποφάσεις του ΣτΕ για τα ρέματα Ποδονίφτη, Μεγάλου Ρέματος της Ραφήνας και Πικροδάφνης συμπυκνώνοντας τις αποφάσεις του ΣτΕ ως εξής:
Στο ρέμα Ποδονίφτη: Το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο έκανε δεκτή την προσφυγή του Δήμου Φιλαδέλφειας – Χαλκηδόνας, έκρινε ότι η Περιφέρεια αιτιολόγησε επαρκώς την ανάγκη διευθέτησης του ρέματος, όχι όμως και την επιλογή της κατασκευής τσιμεντένιου αγωγού, ο οποίος θα εμποδίζει την τροφοδοσία των υπόγειων υδροφορέων. Περαιτέρω, επισήμανε ότι δεν απαιτείται η έκδοση πράξης οριοθέτησης για τον καθορισμό οριογραμμών του ρέματος πριν από την έγκριση περιβαλλοντικών όρων, εφόσον , κατά το νόμο, η οικεία ΜΠΕ των έργων περιλαμβάνει την πρόταση οριοθέτησης για τον καθορισμό οριογραμμών του επηρεαζόμενου ρέματος.
Στο Μεγάλο Ρέμα της Ραφήνας: Αντίθετη στάση ακολούθησε το ΣτΕ , απορρίπτοντας την προσφυγή κατοίκων και περιβαλλοντικών συλλόγων της περιοχής οι οποίοι ζητούσαν την ακύρωση της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων που μετατρέπει 17 χλμ. του χειμάρρου σε τεχνητό αγωγό ομβρίων, επενδυμένο με σκυρόδεμα και συρματοκιβώτια.
Στο ρέμα Πικροδάφνης: Το ΣτΕ έδωσε τετράμηνη προθεσμία στη Διοίκηση να καταθέσει σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος για το σύνολο του ρέματος, να καταγράψει και να κατεδαφίσει τα αυθαίρετα κοντά ή μέσα στην κοίτη του και να μην εκδώσει νέες οικοδομικές άδειες στις παρόχθιες ζώνες, βάζοντας φρένο στην προσπάθεια της Περιφέρειας Αττικής να διευθετήσει το ρέμα με σειρά αντιπλημμυρικών έργων που θα οδηγούσαν ουσιαστικά στη μετατροπή του από φυσικό ρέμα σε ανοιχτό αγωγό ομβρίων.
Νομική προσέγγιση
Αναλυτικά στο άρθρο τους οι Κων/νος Καρατσώλης και Ελευθέρια Βολάκη, για την «Αρχή της μη αποσπασματικής οριοθέτησης των ρεμάτων μέσα από τη νομολογία του ΣτΕ» αναφέρουν ότι:
Το ζήτημα της μη οριοθέτησης ρεμάτων πριν από την περιβαλλοντική αδειοδότηση έχει απασχολήσει αρκετά τη νομολογία. Εκ της νομολογίας έχει κριθεί ότι ο καθορισμός οριογραμμών του ρέματος αποτελεί κατά νόμο προϋπόθεση για την έκδοση πράξης χωροθέτησης και έγκρισης περιβαλλοντικών όρων έργου ή δραστηριότητας πλησίον ρέματος. Στην περίπτωση δε που δεν έχει λάβει χώρα οριοθέτηση ρέματος, έχει κριθεί εξάλλου, ότι είναι τουλάχιστον υποχρεωτική η μελέτη και κατασκευή του έργου κατά τρόπο, που δεν θα επηρεάζει τη φυσική λειτουργία του ρέματος. Εφόσον πληρούται αυτή η προϋπόθεση, ήτοι οποιοδήποτε έργο θα εκτελείται μόνο εάν δεν επηρεάζεται με αυτό η φυσική λειτουργία του ρέματος, γίνεται δεκτό ότι η παράλειψη οριοθέτησης του ρέματος πριν από την έγκριση περιβαλλοντικών όρων του έργου δεν συνιστά πλημμέλεια της έγκρισης.
Υπόθεση Ρέματος Ποδονίφτη.
Το ως άνω σκεπτικό διατυπώθηκε και στη απόφαση ΣτΕ 2165/2019, με την οποία ακυρώθηκε η απόφαση 106787/5871/8.11.2018 του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής που ενέκρινε τους περιβαλλοντικούς όρους της μελέτης του έργου που φέρει τον τίτλο «Διευθέτηση του Ρέματος Ποδονίφτη από την γέφυρα της οδού Χαλκίδος, έως τη γέφυρα της οδού Εράτωνος». Το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο έκανε έτσι δεκτή την προσφυγή του Δήμου Φιλαδέλφειας – Χαλκηδόνας, έκρινε ότι η Περιφέρεια αιτιολόγησε επαρκώς την ανάγκη διευθέτησης του ρέματος, όχι όμως και την επιλογή της κατασκευής τσιμεντένιου αγωγού, ο οποίος θα εμποδίζει την τροφοδοσία των υπόγειων υδροφορέων. Περαιτέρω, επισήμανε ότι δεν απαιτείται η έκδοση πράξης οριοθέτησης για τον καθορισμό οριογραμμών του ρέματος πριν από την έγκριση περιβαλλοντικών όρων, εφόσον , κατά το νόμο, η οικεία ΜΠΕ των έργων περιλαμβάνει την πρόταση οριοθέτησης για τον καθορισμό οριογραμμών του επηρεαζόμενου ρέματος.
Αναλυτικότερα, στην απόφαση σημειώνεται ότι «αιτιολογείται επαρκώς η κατ’ αρχήν ανάγκη διευθέτησης του ρέματος Ποδονίφτη στο συγκεκριμένο τμήμα, ενόψει του ιστορικού πλημμυρών της περιοχής και των πορισμάτων της προκαταρκτικής αξιολόγησης των κινδύνων πλημμύρας», αντίθετα «δεν αιτιολογείται επαρκώς η επιλογή της λύσης της διευθέτησης με ανοιχτή ορθογωνική διατομή από οπλισμένο σκυρόδεμα, ενόψει μάλιστα των αντιρρήσεων της Διεύθυνσης Υδάτων, σύμφωνα με τις οποίες η διαμόρφωση της κοίτης με αυτόν τον τρόπο θα επηρεάσει σημαντικά την ποσοτική κατάσταση των υπογείων υδάτων (…) αλλά και της Διεύθυνσης Δασών, σύμφωνα με την οποία η σκυροδέτηση της κοίτης του ρέματος θα έχει σημαντικές και μη αναστρέψιμες επιπτώσεις στην πανίδα και τη χλωρίδα της περιοχής της κοίτης».
Από την παραπάνω απόφαση ΣτΕ συνάγεται ότι, τα προτεινόμενα στην τεχνική μελέτη υλικά ήταν μη φιλικά για το περιβάλλον με πιθανές σοβαρές επιπτώσεις για τον υδροφόρο ορίζοντα, το οικοσύστημα αλλά ενδεχομένως και για τη δημόσια υγεία, όπως είχε επισημανθεί με τις γνωμοδοτήσεις τόσο της Διεύθυνσης Υδάτων όσο και της Διεύθυνσης Δασών. Συνεπώς, κατά την περιβαλλοντική διαβούλευση απαιτούνται οι ουσιώδεις γνωμοδοτήσεις όλων των συναρμοδίων φορέων, οι οποίες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ώστε να αποφεύγεται η περιβαλλοντική επιβάρυνση που είναι δυνατόν να προκαλέσουν τα τεχνικά έργα κατά τις εργασίες οριοθέτησης ρέματος.
Υπόθεση Ρέματος Πικροδάφνης
Περαιτέρω, ενδιαφέρον παρουσιάζει η γνωμοδότηση Π.Ε 149/2020 του ΣτΕ σχετικά με την επεξεργασία σχεδίου ΠΔ για την επικύρωση καθορισμού οριογραμμών του ρέματος Πικροδάφνης, με την οποία «εξειδικεύεται» η σχετική μέχρι σήμερα νομολογία στα εξής ζητήματα:
α) Τέθηκε το ζήτημα ύπαρξης κτισμάτων μεταξύ των προτεινόμενων οριογραμμών του υδατορέματος χωρίς την κατασκευή έργων διευθέτησης και των οριογραμμών του υδατορέματος με την κατασκευή έργων διευθέτησης. Στο πλαίσιο δε της πολεοδομικής νομοθεσίας θα πρέπει να εξετάζεται η νομιμότητα των κτισμάτων αυτών και τούτο καθώς η εξαίρεση των κτισμάτων από την προτεινόμενη οριογραμμή του ρέματος με την κατασκευή έργων διευθέτησης συνεπάγεται τη δυνατότητα υπαγωγής των αυθαιρέτων κτισμάτων στις διατάξεις των άρθρων 96 επ. του Ν.4495/2017 περί αναστολής κατεδάφισης ή εξαίρεσης από αυτήν (βλ. και άρθρο 89 παρ.2 περ.ιγ του ιδίου νόμου).
β) Τέθηκε το ζήτημα τεκμηρίωσης της οριοθέτησης στο σύνολο του ρέματος προκειμένου να διασφαλίζεται η ακώλυτη λειτουργία του ως οικοσυστήματος (καθώς εξαιρούνται τμήματα του ρέματος από την οριοθέτηση).
Σε συνέχεια του ως Πρακτικού επεξεργασίας του ΣτΕ και αντίστοιχα με την απόφαση ΣτΕ 2165/2019 για το ρέμα Ποδονίφτη, στην περίπτωση του ρέματος της Πικροδάφνης, το ΣτΕ με την πρόσφατη με αριθμό 2313/2020 απόφασή του έκανε δεκτή την προσφυγή τριών φορέων και μιας κίνησης πολιτών (Ελληνική Εταιρεία Προστασίας της Φύσης, Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, Σύλλογος Προστασίας και Περίθαλψης Άγριας Ζωής και η Κίνηση Πολιτών Ηλιούπολης), και ακύρωσε τους περιβαλλοντικούς όρους της διευθέτησης τμήματος του ρέματος, που είχε εγκρίνει το 2016 η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αττικής, για το λόγο του ότι δεν έλαβε χώρα συνολική οριοθέτηση του ρέματος πριν από την περιβαλλοντική του αδειοδότηση. Ειδικότερα, με την αίτηση ακυρώσεως προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει, διότι εγκρίνει έργα διευθέτησης του ρέματος χωρίς να έχει προηγηθεί η οριοθέτηση του ρέματος στο σύνολό του ή πρόταση για την οριοθέτησή του στο σύνολο αυτού.
Το ΣτΕ έδωσε επίσης τετράμηνη προθεσμία στη Διοίκηση να καταθέσει σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος για το σύνολο του ρέματος, να καταγράψει και να κατεδαφίσει τα αυθαίρετα κοντά ή μέσα στην κοίτη του και να μην εκδώσει νέες οικοδομικές άδειες στις παρόχθιες ζώνες, βάζοντας φρένο στην προσπάθεια της Περιφέρειας Αττικής να διευθετήσει το ρέμα με σειρά αντιπλημμυρικών έργων που θα οδηγούσαν ουσιαστικά στη μετατροπή του από φυσικό ρέμα σε ανοιχτό αγωγό ομβρίων. Όπως επισημαίνεται στην απόφαση, το Συμβούλιο της Επικρατείας είχε ήδη με την 1242/2008 απόφαση του επιβάλει στη Διοίκηση την υποχρέωση να προχωρήσει σε, τεκμηριωμένη με τα κατά νόμο αναγκαία στοιχεία και μελέτες, οριοθέτηση του ρέματος της Πικροδάφνης στο σύνολό του προκειμένου να διασφαλισθεί η ακώλυτη λειτουργία του ως οικοσυστήματος. Η συνολική αυτή οριοθέτηση συνιστά, επομένως, προϋπόθεση για την εκτέλεση οποιωνδήποτε έργων επί του ρέματος, όπως τα επίδικα έργα διευθέτησης.
Το ΣτΕ ζήτησε επιπλέον να απαγορευθεί κάθε έργο και να μην εκδοθεί καμία οικοδομική άδεια σε οικόπεδα εντός των οριογραμμών του ρέματος, καθώς και την άμεση καταγραφή όλων των αυθαίρετων κατασκευών που βρίσκονται εντός αυτής της ζώνης, να μην επιτραπεί η νομιμοποίησή τους, αλλά αντίθετα να δρομολογηθεί η κατεδάφισή τους. Το φθινόπωρο του 2020, το ΣτΕ είχε απορρίψει σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος με το οποίο επιχειρήθηκε η οριοθέτηση τμήματος μόνο του ρέματος (από την Ηλιούπολη έως τις εκβολές) με την ίδια αιτιολογία. Στην περίπτωση αυτή, επρόκειτο για οριοθέτηση ρέματος εντός οικοσυστήματος στο οποίο ενδημεί προστατευόμενη πανίδα, συνεπώς σε περιοχή αυξημένης περιβαλλοντικής προστασίας. Στις περιπτώσεις των ευαίσθητων οικοσυστημάτων ή περιοχών αυξημένου φυσικού κάλλους και εν γένει ειδικής περιβαλλοντικής προστασίας, απαιτείται η οριοθέτηση ρέματος να γίνεται με προεδρικό διάταγμα, όπως έχει κρίνει το ΣτΕ σε σειρά αποφάσεων. Με το προεδρικό διάταγμα, πλην της οριοθέτησης, εγκρίνονται οι περιβαλλοντικοί όροι, όπως έχουν τεθεί μέσα από διαδικασία περιβαλλοντικής διαβούλευσης. κατά τις αρχές που περιγράφονται παραπάνω.
Ως εκ των ανωτέρω και δη από το διατακτικό της πρόσφατης με αριθμό 2313/2020 απόφασης του ΣτΕ, με την οποία το Δικαστήριο εκφράζει την τελική του θέση, εμφαίνεται ότι η απόφαση αυτή προσεγγίζει πιο συστηματικά το ζήτημα της οριοθέτησης των ρεμάτων αναδεικνύοντας την ανάγκη δράσης της Διοίκησης σε σεβασμό προς το περιβάλλον και σε συμμόρφωση με το δίκαιο προστασίας των υδατορεμάτων.
Υπόθεση Μεγάλου Ρέματος της Ραφήνας.
Αντίθετη στάση ακολούθησε το ΣτΕ στην περίπτωση του Μεγάλου Ρέματος της Ραφήνας, απορρίπτοντας την προσφυγή κατοίκων και περιβαλλοντικών συλλόγων της περιοχής οι οποίοι ζητούσαν την ακύρωση της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων που μετατρέπει 17 χλμ. του χειμάρρου σε τεχνητό αγωγό ομβρίων, επενδυμένο με σκυρόδεμα και συρματοκιβώτια. Με την απόφαση 2145/2020, το Ε’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε ως νόμιμη την οικεία ΥΑ περί έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων της διευθέτησης και της οριοθέτησης του Ρέματος Ραφήνας απορρίπτοντας την αίτηση ακύρωσης.
Κρίθηκε ότι η προτεινόμενη λύση αποτελεί τη βέλτιστη λύση, εφόσον καταφέρνει να διασφαλίσει την αντιπλημμυρική προστασία της περιοχής και ταυτόχρονα να ενταχθεί όσο γίνεται πιο αρμονικά στο περιβάλλον. Αναγνωρίσθηκε η αναγκαιότητα κατασκευής του επίδικου έργου, συνιστάμενη στην αποτροπή των μεγάλων και διαρκώς αυξανόμενων πλημμυρικών κινδύνων της περιοχής, και έγινε δεκτό ότι το θέμα του φράγματος ανάσχεσης εξετάστηκε από τη μελέτη και επελέγη, μετά λόγου γνώσεως, ήτοι ενόψει κυρίως των υπολογισμών της υδραυλικής μελέτης, η κατασκευή του σε μεταγενέστερο εύθετο χρόνο κατόπιν εκτιμήσεως της επιρροής των έργων της Α’ φάσης επί του πλημμυρικού κινδύνου.
Κρίθηκε ακόμη ότι δεν προβλέπεται στην περιοχή των εκβολών του ρέματος Ραφήνας ούτε δόμηση ούτε επιχωμάτωση ούτε άσκηση οχλουσών δραστηριοτήτων. Αντιθέτως επιδιώκεται η διεύρυνση της ζώνης του ρέματος στην περιοχή αυτή από 28,00 μ. σε 45,00 μ. για την κατά το δυνατόν διασπορά της παροχής. Έγινε ακόμη δεκτό ότι εντός της περιοχής δεν υπάρχουν θεσμοθετημένες οικολογικά ευαίσθητες – προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Φύση 2000, περιοχές Corine, περιοχές που να έχουν χαρακτηριστεί ως Τοπία Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους (ΤΙΦΚ), Καταφύγια Άγριας Ζωής και Υγρότοποι, ενώ αφενός μεν στα έργα διευθέτησης του ρ. Ραφήνας χωροθετούνται εξ ολοκλήρου εκτός της παραπάνω περιοχής και απέχουν απόσταση μεγαλύτερη των 4,5 χλμ. από Ζώνες Ειδικής Προστασίας – Ζ.Ε.Π αφετέρου δε το επίδικο έργο βρίσκεται εκτός των προστατευόμενων περιοχών Natura, ΣΠΠ, ΕΖΔ ή ΖΕΠ, οι οποίες περιγράφονται στη Μ.Π.Ε. και βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή.
Πηγή: ecopress.gr