Στην εφαρμογή διαγνωστικού πρωτοκόλλου για εξετάσεις που αφορούν στον διαβήτη προχωρά το Υπουργείο Υγείας, με σκοπό να ελέγξει άσκοπες εργαστηριακές εξετάσεις και κατ’ επέκταση την υπέρβαση της δαπάνης που αυτές προκαλούν. Εδώ και λίγους μήνες έχει αναρτηθεί και το θεραπευτικό πρωτόκολλο για τον διαβήτη που έχει ως σκοπό να δίνεται η κατάλληλη θεραπεία ανάλογα με τη διάγνωση.
Σύμφωνα με Υπουργική Απόφαση την οποία υπέγραψαν ο Υπουργός Υγείας, Άδωνις Γεωργιάδης και ο Υφυπουργός Υγείας, Μάριος Θεμιστοκλέους, εφαρμόζεται στο σύστημα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης διαγνωστικό πρωτόκολλο για τη διάγνωση και παρακολούθηση του σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 και των άλλων μορφών διαβήτη (δευτεροπαθής, μονογονιδιακός, κ.λ.π). Εξαιρούνται ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1, ο νεογνικός σακχαρώδης διαβήτης, ο σακχαρώδης διαβήτης κύησης και η ινσουλινοπενία μετά από ιατρικές πράξεις.
Ειδικότερα, όπως επισημαίνεται στην απόφαση, ο σκοπός της εφαρμογής του διαγνωστικού πρωτοκόλλου είναι η διευκόλυνση της διαδικασίας διάγνωσης και παρακολούθησης του σακχαρώδους διαβήτη, με χρήση των ενδεδειγμένων εργαστηριακών εξετάσεων, καθώς και ο εξορθολογισμός της δαπάνης που προκαλείται από τη συνταγογράφηση εργαστηριακών εξετάσεων για το εν λόγω νόσημα.
Ο διαβήτης τύπου 2 είναι ένα πολύ συχνό νόσημα ανάμεσα στον ελληνικό πληθυσμό. Με την εφαρμογή διαγνωστικού πρωτοκόλλου στις εξετάσεις, η Αριστοτέλους επιχειρεί να βάλει «κόφτες» στους γιατρούς σε ό,τι αφορά στη συχνότητα των εξετάσεων για να μην υπάρχουν φαινόμενα υπερσυνταγογράφησης και αύξηση της σχετικής δαπάνης.
Τι προβλέπεται
Σύμφωνα με την απόφαση, για τη διάγνωση και παρακολούθηση του σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 και των άλλων μορφών διαβήτη επιτρέπεται η συνταγογράφηση και εκτέλεση μεταξύ άλλων των δύο βασικών ακόλουθων εργαστηριακών εξετάσεων. Συγκεκριμένα:
Α) Καμπύλη σακχάρου με μέτρηση γλυκόζης σε χρόνους (0’, 60’, 120’) ή (0’, 120’) διενεργείται για τη διάγνωση του διαβήτη τύπου 2, αν συντρέχει μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
– Διαταραχή γλυκόζης νηστείας ή μεταγευματικής γλυκόζης.
– Μεταγευματικές υπογλυκαιμίες.
– Ηλικία πάνω από 35 έτη.
– Περιφέρεια μέσης μεγαλύτερη των 102 cm (άνδρες) και 88 cm (γυναίκες).
– Δείκτης μάζας σώματος μεγαλύτερος του 30 kg/m2.
– Οικογενειακό ιστορικό διαβήτη σε γονείς, αδέλφια, παιδιά.
– Ιστορικό υπέρτασης ή καρδιαγγειακής νόσου.
– Ιστορικό δυσλιπιδαιμίας.
– Ιστορικό διαβήτη κύησης.
– Γέννηση παιδιών με σωματικό βάρος μεγαλύτερο των 4kg.
– Γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών.
– Λήψη φαρμάκων που προδιαθέτουν σε αύξηση της γλυκόζης αίματος.
Β) HbA1c όχι συχνότερα από μία ανά τρεις μήνες.
Γ) Οι ακόλουθες εξετάσεις όχι συχνότερα από μία ανά έξι μήνες:
– Γενική εξέταση αίματος.
– Προσδιορισμός σακχάρου αίματος γλυκόζης (CL).
– Προσδιορισμός στο αίμα ουρίας, (νωρίτερα από 2 φορές κατ’ έτος με αιτιολόγηση: υποψία επιδείνωσης νεφρικής λειτουργίας/τιτλοποίηση φαρμάκων άξονα).
– Προσδιορισμός στο αίμα κρεατινίνης, (νωρίτερα από 2 φορές κατ’ έτος με αιτιολόγηση: υποψία επιδείνωσης νεφρικής λειτουργίας/τιτλοποίηση φαρμάκων άξονα).
– Προσδιορισμός στο αίμα καλίου (Κ), (νωρίτερα από 2 φορές κατ’ έτος με αιτιολόγηση: υποψία επιδείνωσης νεφρικής λειτουργίας/τιτλοποίηση φαρμάκων άξονα).
– Προσδιορισμός στο αίμα νατρίου (Να), (νωρίτερα από 2 φορές κατ’ έτος με αιτιολόγηση: υποψία επιδείνωσης νεφρικής λειτουργίας/τιτλοποίηση φαρμάκων άξονα).
– Προσδιορισμός στο αίμα οξαλοξεικής τρανσαμινάσης (ΑST-SGOT).
– Προσδιορισμός στο αίμα πυροσταφυλικής τρανσαμινάσης (ΑLT/SGPT).
– Προσδιορισμός στο αίμα γγλουταμυλτρανσφεράσης (γ-GT).
– Προσδιορισμός στο αίμα αλκαλικής φωσφατάσης (ΑLP).
– Προσδιορισμός στο αίμα χοληστερόλης (CHL).
– Προσδιορισμός στο αίμα χοληστερόλης υψηλής πυκνότητας λιποπρωτεϊνών (HDL Cholesterol).
– Προσδιορισμός στο αίμα χοληστερόλης χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεϊνών (LDL Cholesterol).
– Προσδιορισμός τριγλυκεριδίων αίματος.
– Προσδιορισμός στο αίμα ουρικoύ οξέος.
– Προσδιορισμός στο αίμα ασβεστίου.
– Προσδιορισμός στο αίμα αλβουμίνης (ΑLB).
– Πρροσδιορισμός στο αίμα φωσφόρου (P).
– Ποσοτική μέτρηση CRP (επί ενδείξεων φλεγμονής).
– Γενική εξέταση ούρων.
– Λευκωματίνη ούρων και κρεατινίνη ούρων για υπολογισμό του λόγου λευκωματίνης/κρεατινίνης ούρων.