Το πόρισμα-φωτιά για την τραγωδία στο Μάτι: Το κρίσιμο δεκάλεπτο

Τρία χρόνια μετά τον πύρινο εφιάλτη με τους 102 νεκρούς στο Μάτι, η παραθαλάσσια κωμόπολη της Αττικής μοιάζει να επιστρέφει σταδιακά στο πράσινο που τη χαρακτήριζε. Ομως, οι δρόμοι είναι ακόμα ποτισμένοι με τα δάκρυα τόσο των ανθρώπων που έφυγαν από τη ζωή εκείνη τη νύχτα όσο και των συγγενών τους που αναζητούν δικαίωση.
Επειτα από δύο χρόνια ανακριτικής έρευνας, 400.000 σελίδες δικογραφίας και τρεις απορριπτικές απαντήσεις στα αιτήματα του ανακριτή Αθανασίου Μαρνέρη για αναβάθμιση των κατηγοριών σε κακούργημα για κάποιους εκ των κατηγορουμένων, η υπόθεση βρίσκεται στα χέρια του εισαγγελέα προκειμένου να προτείνει προς το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο ποιοι κατηγορούμενοι και για ποια αδικήματα πρέπει να καθίσουν στο εδώλιο.

Τα λάθη και οι παραλείψεις στο Μάτι

Τη δικογραφία που έχει στα χέρια του ο εισαγγελέας συνοδεύει ένα έγγραφο 97 σελίδων, στις οποίες ο κ. Μαρνέρης περιγράφει και απαριθμεί τα λάθη και τις παραλείψεις των ιθυνόντων κατά την εξέλιξη της πυρκαγιάς. Μάλιστα, σκιαγραφεί λεπτομερώς τον ρόλο του κάθε κατηγορουμένου στην υπόθεση, καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως έγιναν τραγικά λάθη, υπήρξε αδιαφορία και επιχειρήθηκε προσπάθεια συγκάλυψης.

Κομβικό σημείο κατά τον ανακριτή είναι η καθυστέρηση στην ενημέρωση, καθώς και στην κινητοποίηση των αρμόδιων Αρχών, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να χαθεί ένα κρίσιμο δεκάλεπτο κατά το οποίο θα μπορούσε να έχει ελεγχθεί η φωτιά. Ειδικότερα, όπως εξηγεί, η πρώτη ενημέρωση προς το ΕΣΚΕ για την πυρκαγιά στο Νταού γίνεται στις 16.41 και κατά συνέπεια όλες οι κινητοποιήσεις έπρεπε να ξεκινήσουν από εκείνη την ώρα και όχι στις 16.49, γεγονός που, κατά τον κ. Μαρνέρη, δείχνει ότι «υπήρξε καθυστέρηση αντίδρασης τουλάχιστον δέκα λεπτών».

Σε λίγα λεπτά η φωτιά βρισκόταν μέσα σε σπίτια, όπως φανερώνει η ενημέρωση του αρμόδιου διοικητή της Πυροσβεστικής, που ζητά άμεση ενίσχυση με εναέρια μέσα. «Το πρώτο εναέριο μέσο, το S 64 Ν 154 AC ΤΑΤ, φτάνει στην πυρκαγιά μόλις στις 17.10, στερώντας τη δυνατότητα καταστολής της στο αρχικό στάδιο εκδήλωσής της, με αποτέλεσμα να διασπαστεί αυτή σε δύο μέτωπα περίπου στις 17.13 και να εξαπλωθεί γρήγορα ανατολικότερα προς δύο κατευθύνσεις, και μάλιστα σε κατοικημένους οικιστικούς ιστούς». Πενήντα λεπτά μετά την πρώτη ενημέρωση του ΕΣΚΕ εξακολουθεί να επιχειρεί ένα μόνο ελικόπτερο στην περιοχή, το οποίο, μάλιστα, ενημερώνει ότι «η πυρκαγιά είναι κοντά σε σπίτια, θα απειλήσει σπίτια».

Ολιγωρία

Το πόρισμα του κ. Μαρνέρη ήταν καταπέλτης για την ολιγωρία και τα λάθη στους χειρισμούς. Ειδικότερα, ο ανακριτής εξηγεί ότι από την έρευνα προέκυψε πως 34 πτητικά μέσα που θα μπορούσαν να συνδράμουν τόσο στην έναρξη όσο και κατά τη διάρκεια της πυρκαγιάς στο Νταού Πεντέλης είτε δεν χρησιμοποιήθηκαν καθόλου είτε χρησιμοποιήθηκαν μεν αλλά ανεπαρκώς. Μάλιστα, επισημαίνει ότι κάποια από αυτά διατέθηκαν για την επιχείρηση σε πυρκαγιές όπου δεν υπήρχε κίνδυνος για ανθρώπινες ζωές.

Ειδική μνεία κάνει στη μη χρήση drones, τα οποία θα μπορούσαν να παρέχουν πληροφορίες για την πορεία και την εξέλιξη της πυρκαγιάς στο Νταού Πεντέλης, προκειμένου να δοθούν και οι κατευθύνσεις που θα έπρεπε να πάρουν οι πολίτες για να αποφύγουν τον κίνδυνο αλλά και το «μπλοκάρισμα» στα στενά δρομάκια της περιοχής.

«Στο διάστημα μεταξύ 16.26 και 17.01 προκύπτει πως τρία ελικόπτερα λαμβάνουν εντολή να μην απογειωθούν, τα δύο με εντολή της διοίκησης και το άλλο με εντολή της Προεδρίας της Δημοκρατίας, και μένουν ακινητοποιημένα για τον ίδιο σκοπό, δηλαδή την παραλαβή του Προέδρου της Δημοκρατίας από την Τρίπολη. Επιπροσθέτως, δεν καταγράφεται ποτέ αίτημα για αυτά τα τρία ελικόπτερα από το ΕΣΚΕ, τα οποία θα μπορούσαν να συμβάλουν καθοριστικά τόσο στην πυρόσβεση όσο και στη διάσωση των πολιτών», συμπληρώνει ο ανακριτής σχετικά με την αξιοποίηση των εναέριων μέσων.

Μάτι: Τα αλληλοκαρφώματα και οι νέοι κατηγορούμενοι

Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης και των απολογιών, οι κατηγορούμενοι έστρεψαν πολλές φορές τα βέλη τους ο ένας έναντι του άλλου, επιρρίπτοντας ευθύνες στον διπλανό τους και δηλώνοντας ότι οι ίδιοι έπραξαν τα δέοντα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα υπήρξαν οι καταγγελίες του τότε αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος, Σωτήρη Τερζούδη, εις βάρος του τότε υπαρχηγού του Σώματος, Βασίλη Ματθαιόπουλου, και του τότε διοικητή του ΕΣΚΕ, Ιωάννη Φωστιέρη. Αναφερόμενος δε στον κ. Φωστιέρη, είχε πει στην απολογία του ότι τον παρέκαμπτε και ενημέρωνε απευθείας τον τότε υπουργό Προστασίας του Πολίτη, Νίκο Τόσκα, με τον τελευταίο να αναλαμβάνει ακόμη και επιχειρησιακές πρωτοβουλίες, κίνηση εκτός των αρμοδιοτήτων του.

Ποινική δίωξη

Από τα αλληλοκαρφώματα και το υλικό της έρευνας που συγκέντρωσε ο ανακριτής προέκυψαν και νέοι κατηγορούμενοι, εις βάρος των οποίων ασκήθηκε ποινική δίωξη λίγο πριν από το τέλος της ανάκρισης και κλήθηκαν σε απολογία. Στη λίστα των κατηγορουμένων προστέθηκε σχετικά πρόσφατα ο πρώην υποδιοικητής της Υπηρεσίας Εναέριων Μέσων της ΕΛ.ΑΣ., Ανδρέας Συρογιάννης, ο οποίος κατά την απολογία του ισχυρίστηκε ότι από τα πέντε ελικόπτερα, που διέθετε η υπηρεσία, εκείνη την ημέρα υπήρχε διαθεσιμότητα μόλις ενός. «Το ένα ελικόπτερο βρισκόταν στην Κρήτη με εντολή του τότε αρχηγού και υπαρχηγού της ΕΛ.ΑΣ. Τα υπόλοιπα τρία ήταν στο υπόστεγο της βάσης τεχνικής συντήρησης στα Μέγαρα για υποχρεωτικές τεχνικές εργασίες», είπε στον ανακριτή.

Κατηγορουμένη κατέστη και η αξιωματικός του Συντονιστικού Κέντρου Δασοπυρόσβεσης, Μαρία Ξυλάγγουρα, που την 23η Ιουλίου του 2018 ήταν ο άνθρωπος που επικοινωνούσε με όλα τα εναέρια μέσα της Πυροσβεστικής, ενημερώνοντας τον τότε διοικητή του ΕΣΚΕ και μεταφέροντας πίσω τις εντολές του. Η ίδια στην απολογία της είχε υποστηρίξει πως το μοιραίο απόγευμα επιχειρούσαν επτά εναέρια μέσα, αν και από την έρευνα αποδείχθηκε ότι μόλις ένα ελικόπτερο έκανε κάποιες ρίψεις πάνω από το Μάτι, ενώ τα υπόλοιπα έφτασαν αφού η φωτιά είχε φτάσει στη θάλασσα. Στην κατηγορουμένη αποδίδεται η ευθύνη της απόσπασης -από κοινού με τον διοικητή του ΕΣΚΕ- ενός ελικοπτέρου που κατευθυνόταν στο Μάτι και στην πορεία δόθηκε εντολή να κατευθυνθεί στα διυλιστήρια της Κορίνθου, όπου η φωτιά που είχε ξεσπάσει εκεί είχε ήδη τεθεί υπό έλεγχο.

Στην πορεία της ανάκρισης κατηγορούμενος βρέθηκε και ο δήμαρχος Πεντέλης, Δημήτρης Στεργίου, ο οποίος στην απολογία του υποστήριξε ότι κάλεσε άμεσα τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη ζητώντας του εναέρια μέσα, καταλήγοντας ότι το μόνο που είδε ήταν ένα ελικόπτερο Ερικσον στο ύψωμα του Βουτζά, το οποίο δεν φαινόταν να επιχειρεί. «Δεν ξαναείδα άλλο. Εκτιμώ από την εμπειρία μου ότι, αν από τις 17.00 έως τις 17.30 επιχειρούσαν τουλάχιστον τρία εναέρια και στη συνέχεια άλλα τρία, τότε η πυρκαγιά θα είχε τεθεί υπό έλεγχο από τα επίγεια τμήματα», εξήγησε και συμπλήρωσε ότι θα μπορούσε να υπάρξει ασφαλής απομάκρυνση πολιτών. «Αρκούν λίγα οχήματα με καρότσα, που έχουν όλοι οι δήμοι στη διάθεσή τους, και με έναν υπάλληλο στο καθένα με ντουντούκα, να γυρίσουν τις γειτονιές και να δώσουν εντολή ασφαλούς απομάκρυνσης. Με τα παραπάνω δεδομένα, θα μπορούσε να έχει επιτευχθεί η ασφαλής απομάκρυνση των πολιτών από τον Νέο Βουτζά και το Μάτι».

«…εντολή απομάκρυνσης»

Παρά την αρχική απαλλαγή της από την Εισαγγελία, η τότε περιφερειακή σύμβουλος Ιωάννα Τσούπρα, αρμόδια για την Πολιτική Προστασία, κατά τη διάρκεια της ανάκρισης βρέθηκε κατηγορουμένη. «Δεν μπορούσα να δώσω εντολή απομάκρυνσης των πολιτών. Τέτοια αρμοδιότητα δεν μου είχε διαβιβαστεί. Αρμόδιος ήταν ο κ. Φιλίππου ως αντιπεριφερειάρχης Δυτικής Αττικής. Εκ των υστέρων έμαθα ότι βρισκόταν στο εξωτερικό. Σύμφωνα με τον νόμο, γυρίζει η αρμοδιότητα στην κ. Δούρου, η οποία ήταν η μόνη αρμόδια για την απομάκρυνση των πολιτών», υποστήριξε.

Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου 

Recommended For You

About the Author: efoni