Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας

Ενώ η πρώτη τήρηση της Ημέρας της Γυναίκας πραγματοποιήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου 1909 στη Νέα Υόρκη, η 8η Μαρτίου προτάθηκε από τη Διεθνή Διάσκεψη Γυναικών του 1910 ώστε να καθιερωθεί μια «Διεθνής Ημέρα της Γυναίκας». Αφού οι γυναίκες κέρδισαν το δικαίωμα ψήφου στη Σοβιετική Ρωσία το 1917, η 8η Μαρτίου καθιερώθηκε ως εθνική αργία εκεί. Την εποχή εκείνη εορταζόταν κατά κύριο λόγο από το σοσιαλιστικό κίνημα και τις κομμουνιστικές χώρες μέχρι την υιοθέτησή της το 1975 από τα Ηνωμένα Έθνη.

Η πρώτη τήρηση της «Ημέρας της Γυναίκας», ονομαζόταν «Εθνική Ημέρα της Γυναίκας» και πραγματοποιήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου του 1909 στη Νέα Υόρκη, όπου διοργανώθηκε από το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Αμερικής κατόπιν εισήγησης της Τερέζα Μαλκίελ. Αν και υπήρξαν ισχυρισμοί ότι η μέρα γιόρταζε την διαμαρτυρία των εργατριών στην κατασκευή ενδυμάτων στην Νέα Υόρκη στις 8 Μαρτίου του 1857, οι ερευνητές τους καταρρίπτουν ως μύθο.

 

Στις 19 Αυγούστου 1910 διοργανώθηκε Διεθνής Διάσκεψη Γυναικών ως πρόδρομος της γενικής συνάντησής της Δεύτερης Διεθνούς Σοσιαλιστικής Κοινότητας στη Κοπεγχάγη της Δανίας. Εμπνευσμένη εν μέρει από τους Αμερικανούς σοσιαλιστές, η Γερμανίδα Σοσιαλίστρια Λουίζε Τσίτς πρότεινε την καθιέρωση μιας ετήσιας Διεθνούς Ημέρας της Γυναίκας και υποστηρίχθηκε από τη συνάδελφο σοσιαλίστρια και αργότερα κομμουνίστρια ηγέτιδα Κλάρα Τσέτκιν, υποστηριζόμενη από την Κέιτ Ντούκε χωρίς όμως να καθοριστεί συγκεκριμένη ημερομηνία.

Οι αντιπρόσωποι (100 γυναίκες από 17 χώρες) συμφώνησαν με την ιδέα ως μέσο προώθησης των ίσων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος του εκλέγειν για τις γυναίκες. Το επόμενο έτος, στις 19 Μαρτίου 1911, η Παγκόσμια ημέρα της γυναίκας σηματοδοτήθηκε για πρώτη φορά με τη συμμετοχή πάνω από ενός εκατομμυρίου ανθρώπων στην Αυστρία, τη Δανία, τη Γερμανία και την Ελβετία. Μόνο στην Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία υπήρξαν 300 διαδηλώσεις. Στη Βιέννη, οι γυναίκες παρέλασαν στην Ρίνγκστρασσε και σήκωσαν πανό για να τιμούν τους μάρτυρες της Κομμούνας των Παρισίων. Οι γυναίκες ζήτησαν να τους δοθεί το δικαίωμα του εκλέγειν και της κατοχής δημοσίων αξιωμάτων. Διαμαρτυρήθηκαν επίσης κατά της διάκρισης λόγω φύλου στην εργασία .Οι Αμερικανοί συνέχισαν να γιορτάζουν την Εθνική Ημέρα της Γυναίκας την τελευταία Κυριακή του Φεβρουαρίου.

Το 1913 οι Ρωσίδες όρισαν την πρώτη τους Διεθνή Ημέρα της Γυναίκας το τελευταίο Σάββατο του Φεβρουαρίου (σύμφωνα με το ιουλιανό ημερολόγιο που στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε στη Ρωσία). Παρόλο που υπήρξαν κάποιες απεργίες, πορείες και άλλες διαμαρτυρίες από γυναίκες κατά τα έτη που προηγήθηκαν μέχρι το 1914, καμία από αυτές δεν συνέβη στις 8 Μαρτίου. Το 1914 έλαβε χώρα η Διεθνής Ημέρα της Γυναίκας στις 8 Μαρτίου, πιθανόν επειδή η ημέρα αυτή ήταν Κυριακή και έκτοτε πραγματοποιείται πάντα αυτήν την ημερομηνία σε όλες τις χώρες. Η τήρηση της Ημέρας στη Γερμανία το 1914 ήταν αφιερωμένη στο δικαίωμα ψήφου των γυναικών, το οποίο οι Γερμανίδες απέκτησαν τελικά το 1918.

 

Στο Λονδίνο πραγματοποιήθηκε πορεία από το Μπόου μέχρι την πλατεία Τραφάλγκαρ προς υποστήριξη της γυναικείας ψηφοφορίας στις 8 Μαρτίου 1914. Η Σίλβια Πάνκχερστ συνελήφθη μπροστά από το σταθμό Τσάρινγκ Κρος πηγαίνοντας να μιλήσει στην πλατεία Τραφάλγκαρ.

Στις 8 Μαρτίου του 1917 (σύμφωνα με το Γρηγοριανό ημερολόγιο), στην πρωτεύουσα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας Πετρούπολη, οι εργάτριες κλωστοϋφαντουργίας διαδήλωσαν γεμίζοντας τους δρόμους όλης την πόλη. Αυτό σηματοδότησε την αρχή της ρωσικής επανάστασης. Οι γυναίκες στην Αγία Πετρούπολη έκαναν απεργία εκείνη την ημέρα για το «Ψωμί και την Ειρήνη» – απαιτώντας το τέλος του Α ‘Παγκοσμίου Πολέμου, τον τερματισμό των ελλείψεων τροφίμων και το τέλος του τσαρισμού. Ο Λέων Τρότσκι έγραψε ότι «η 23η Φεβρουαρίου (8 Μαρτίου) ήταν η Διεθνής Ημέρα της Γυναίκας και υπήρξαν συναντήσεις και δρώμενα. Όμως δεν φανταζόμασταν ότι αυτή η «Ημέρα της Γυναίκας» θα κήρυττε την έναρξη της επανάστασης. Έγιναν επαναστατικές ενέργειες αλλά χωρίς συγκεκριμένη ημερομηνία. Το πρωινό, παρά τις διαταγές που είχαν λάβει, οι εργάτριες των κλωστοϋφαντουργίων εγκατέλειψαν τη δουλειά τους στα διάφορα εργοστάσια και έστειλαν αντιπροσώπους για να ζητήσουν υποστήριξη για την απεργία… που οδήγησε σε μαζική απεργία όλοι βγήκαν στους δρόμους». Επτά ημέρες αργότερα, ο αυτοκράτορας της Ρωσίας, ο Νικόλαος Β παραιτήθηκε και η προσωρινή κυβέρνηση χορήγησε στις γυναίκες δικαίωμα ψήφου.

Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, η Μπολσεβίκικη Αλεξάνδρα Κολλοντάι και ο Βλαντιμίρ Λένιν όρισαν την 23η Φεβρουαρίου (8 Μαρτίου) ως επίσημη αργία στη Σοβιετική Ένωση, αλλά συνέχισε να είναι εργάσιμη μέρα μέχρι το 1965. Στις 8 Μαΐου 1965 με το διάταγμα του ΕΣΣΔ Προεδρείου του Ανωτάτου Σοβιέτ, η Διεθνής Ημέρας της Γυναίκας κηρύχθηκε ως μη εργάσιμη ημέρα στην ΕΣΣΔ «για τον εορτασμό των εξαιρετικών προτερημάτων των σοβιετικών γυναικών στην κομμουνιστική οικοδόμηση, στην υπεράσπιση της πατρίδας τους κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, στον ηρωισμό και την ανιδιοτέλεια στο μέτωπο και στα μετόπισθεν και επίσης σηματοδοτώντας τη μεγάλη συμβολή των γυναικών στην ενίσχυση της φιλίας μεταξύ των λαών και τον αγώνα για την ειρήνη. Έτσι η ημέρα των γυναικών πρέπει να γιορτάζεται όπως και οι άλλες αργίες».

Από την επίσημη υιοθέτησή της στη Σοβιετική Ρωσία μετά την Επανάσταση το 1917, η ημέρα εορταζόταν κυρίως στις κομμουνιστικές χώρες και από το κομμουνιστικό κίνημα παγκοσμίως. Άρχισε να εορτάζεται από τους κομμουνιστές της Κίνας από το 1922. Μετά την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας την 1η Οκτωβρίου 1949, το Κρατικό Συμβούλιο κήρυξε στις 23 Δεκεμβρίου ότι η 8 Μαρτίου ορίζεται ως επίσημη αργία, με της γυναίκες στην Κίνα να δικαιούνται μισή ημέρα άδεια.

Η κομμουνίστρια ηγέτιδα Ντολόρες Ιμπάρρουρι οδήγησε μια πορεία γυναικών στη Μαδρίτη το 1936 την παραμονή του ισπανικού εμφυλίου πολέμου.

Τα Ηνωμένα Έθνη ξεκίνησαν να γιορτάζουν την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας στο Διεθνές Γυναικείο Έτος του 1975. Το 1977, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών κάλεσε τα κράτη μέλη να ανακηρύξουν την 8η Μαρτίου ως Ημέρα του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των γυναικών και την παγκόσμια ειρήνη.

Ακολουθεί το editorial του τεύχους Φεβρουαρίου της εφημερίδας «Η Φωνή της Ανατολικής Αττικής»

Γιατί τώρα; Γιατί έτσι θέλουν και δεν θα μας ρωτήσουν.

Της Άρτεμις Γκούρλια

Η αποκάλυψη της χρυσής Ολυμπιονίκη, Σοφίας Μπεκατώρου, άνοιξε τον ασκό του Αιόλου για πολλές αποκαλύψεις το τελευταίο διάστημα τόσο στο χώρο του αθλητισμού, όσο και
στον καλλιτεχνικό. Δεν έχει σημασία αν μιλάμε για βιασμό, για λεκτική, σωματική ή ψυχολογική βία. Δεν έχει καν σημασία αν μιλάμε για την τερατώδη πράξη της παιδεραστίας. Είναι όλα εγκλήματα. Και όλες αυτές οι γυναίκες, αλλά και οι άντρες, οι οποίοι έκαναν επώνυμες καταγγελίες, είναι θύματα. Και αυτό είναι γεγονός που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση, όσα χρόνια κι αν περάσουν.
Τις τελευταίες μέρες λοιπόν, μετά την πληθώρα αποκαλύψεων, έχει εμφανιστεί και ένα νέο είδος κριτικής απέναντι σε αυτά τα θύματα. Η κριτική των μικρόψυχων ανθρώπων που σχολιάζουν με περίσσια ευκολία τα τόσο λεπτά αυτά θέματα, με σχόλια που μπορούν να χαρακτηριστούν από άστοχα (αν μπορεί κάποιος να τα χαρακτηρίσει έτσι), μέχρι μικροπρεπή και κακεντρεχή (αυτό που δηλαδή πραγματικά είναι). Γιατί τώρα, γιατί δεν μίλησαν τότε;
Η απάντηση σε αυτή την ερώτηση είναι μόνο μία:
Γιατί έτσι θέλουν και δεν θα μας ρωτήσουν.
Καμία Σοφία, καμία 11χρονη κοπέλα, καμία Ζέτα, καμία Κατερίνα, καμία Αγγελική, καμία Τζένη, κανένα αγόρι δεν ήθελαν και δεν προκάλεσαν αυτό που τους συνέβη. Κανένας εργοδότης, κανένας παράγοντας, κανένας προπονητής δεν μπορεί και δεν πρέπει να επιβάλλει, επειδή έτσι θέλει, επειδή θέλει να ικανοποιήσει το οποιοδήποτε πάθος του, καμία πράξη στην οποία δεν συναινεί ο οποιοσδήποτε βρίσκεται απέναντί του.
Και όχι δεν πέσαμε από τα σύννεφα με αυτές τις αποκαλύψεις και αυτό δεν έχει να κάνει με τα ονόματα που έγιναν γνωστά μετά τις καταγγελίες. Αφορά ίσως ένα βαθύτερο και πιο συστημικό κομμάτι της κοινωνίας που ζούμε. Της κοινωνίας που ξέρει να κρύβει με περίτεχνο τρόπο, κάτω από το χαλάκι, τα μεγάλα εγκλήματα που συντελούνται ακόμα και στην διπλανή πόρτα, επειδή απλά δεν έχουν χτυπήσει ακόμα την δική μας.
Για να μην υπάρξει καμία άλλη Σοφία και κανένα άλλο θύμα που θα θάψει μέσα του, για τόσα χρόνια, κάτι αντίστοιχο, ο μόνος τρόπος είναι να αλλάξουμε αυτήν την κοινωνία. Και μπορεί ο τρόπος της αλλαγής να μην είναι μόνο ένα ακόμα κίνημα #metoo στην χώρα μας, είναι όμως η αρχή. Όσο κανείς δεν μιλάει, προστατεύει τους θύτες αυτών των πράξεων και
τα εν δυνάμει θύματά τους, θα είναι κάπου εκεί έξω. Μπορεί να είμαι εγώ, μπορεί να είσαι εσύ…

Το πιο σπουδαίο, θεωρώ, που μπορούν πλέον να σου παρέχουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, είναι να διαβάζεις κείμενα από ανθρώπους που δεν γνωρίζεις προσωπικά, αλλά σε «αγγίζουν» τόσο μα τόσο πολύ αυτά που δημοσιεύουν. Το παρακάτω κείμενο είναι ένα τέτοιου είδους κείμενο.

«Δεν ξέρω πώς είναι να είσαι γυναίκα. Δεν ξέρω πώς είναι να περπατάς και να φοβάσαι, αλλά έχω δει γυναίκα να φωνάζει από τρόμο μόνο και μόνο επειδή βράδυ, πέρασα από δίπλα της περπατώντας. Δεν ξέρω πώς είναι να είσαι γυναίκα. Δεν ξέρω πώς είναι να σε πιέζει κάποιος να του κάνεις στοματικό έρωτα ενώ εσύ δεν θες αλλά το ξέρει η γυναίκα που μου είπε
ότι της συνέβη.

Δεν ξέρω πώς είναι να είσαι κορίτσι. Δεν ξέρω πώς είναι να έρχεται σπίτι σου καθηγητής για ιδιαίτερα και να σου βάζει χέρι και εσύ να μην το λες στους γονείς σου, να φοβάσαι την αντίδρασή τους και να υφίστασαι την κακοποίηση ξανά και ξανά. Αλλά το ξέρει η γυναίκα που μου είπε ότι της συνέβαινε.

Δεν ξέρω πώς είναι να είσαι γυναίκα. Να σου στέλνουν άγνωστοι χωρίς εσύ να το έχεις ζητήσει γυμνές τους φωτογραφίες, να επιμένουν μεθυσμένοι να σου μιλάνε ενώ εσύ δεν θες και το δείχνεις, να σε ακουμπάνε ενώ δεν θες, να προσπαθούνε να σε φιλήσουν ενώ δεν θες, να προσπαθούν να μπουν μέσα σου ενώ δεν θες, να μπαίνουν μέσα σου ενώ δεν θες, να σου βιάζουν το σώμα, την ψυχή και το μυαλό και μετά να σε αφήνουν διαλυμένη σε μια κοινωνία που ξέρεις πως αν μιλήσεις το πιθανότερο είναι να βρεις τον μπελά σου. Δεν ξέρω πώς είναι να τα ζεις όλα αυτά αλλά το ξέρουν τόσες πολλές γυναίκες και το ξέρουν γιατί εμείς, οι άντρες, τις έχουμε κάνει να το ξέρουν.

Δεν ξέρω πώς είναι να είσαι γυναίκα αλλά αυτή τη φορά θα κάτσω και θα τις ακούσω όλες, με σκυμμένο το κεφάλι και με ντροπή για το φύλο μου. Δεν θα πω κανένα «ναι αλλά», ούτε ότι δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Θα ακούσω και θα προσπαθήσω να γίνω και εγώ καλύτερος. Θα ακούσω και θα μιλήσω στους γιους μου και στους φίλους μου που λένε «ναι αλλά».

Δεν ξέρω πώς είναι να είσαι γυναίκα αλλά όσο περισσότερο προσπαθώ να καταλάβω τόσο περισσότερο ντρέπομαι και τόσο περισσότερο σέβομαι.

Δεν ξέρω πώς είναι να είσαι γυναίκα αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία.

Το μόνο που έχει σημασία είναι να ξέρουν πως θα τις ακούσουμε, θα σκύψουμε το κεφάλι και θα είμαστε μαζί τους. Μιλήστε, καταγγείλετε. Θα είμαστε μαζί σας, όλο και περισσότεροι, μέχρι ο φόβος να φύγει από εσάς και να πάει στο μυαλό οποιουδήποτε σκέφτεται να πράξει οτιδήποτε εσείς δεν θέλετε να κάνει πάνω σας
Του Ανδρέα Λουκάκου

Recommended For You

About the Author: efoni