Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Γιάννης Ντάνασης, Πάνος Μαλανδράκης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν μια πρόσφατη σχετική δημοσίευση στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση The Lancet.
Το 2020 πραγματοποιήθηκαν στη Δανία εκτεταμένοι πληθυσμιακοί έλεγχοι με PCR (μοριακό τεστ) για τον SARS-CoV-2. Κατά τη διάρκεια όλου του έτους πραγματοποιήθηκαν 10,6 εκατομμύρια δοκιμασίες PCR σε περίπου 4 εκατομμύρια πολίτες, που αποτελούν το 69% του πληθυσμού της Δανίας. Στην ανάλυση δεν συμπεριελήφθησαν όσοι πολίτες εμφάνισαν θετική δοκιμασία PCR για πρώτη φορά μεταξύ των δύο βασικών κυμάτων της COVID-19 (1ο κύμα: Μάρτιος – Μάιος 2020, 2ο κύμα: Σεπτέμβριος – Δεκέμβριος 2020), καθώς και όσοι πέθαναν πριν το δεύτερο κύμα.
Κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος πριν τον Ιούνιο 2020 έγινε έλεγχος σε 533.381 πολίτες, από τους οποίους οι 11.727 (2,2%) είχαν θετική δοκιμασία PCR. Από αυτούς, οι 525.339 ήταν διαθέσιμοι για επαναληπτική εξέταση κατά το δεύτερο κύμα με ένα ποσοστό θετικότητας στο πρώτο κύμα της τάξης του 2,1%. Αξίζει να σημειωθεί ότι 72 άτομα από αυτή την ομάδα των πολιτών (0,65%) εμφάνισαν εκ νέου θετική δοκιμασία PCR και στο δεύτερο κύμα της πανδημίας στη Δανία.
Αντίθετα, 16.819 πολίτες εμφάνισαν θετική δοκιμασία PCR από τους 514.271 που είχαν αρνητική δοκιμασία PCR κατά το πρώτο κύμα (3,27%). Συνολικά, το ατομικό ιστορικό προηγούμενης λοίμωξης COVID-19 προσέφερε προστασία έναντι στην επανα-λοίμωξη με SARS-CoV-2 κατά 80,5%. Στις υπο-αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν, ο βαθμός προστασίας ήταν σαφώς υποδεέστερος (47,1%) μεταξύ των πολιτών ηλικίας 65 ετών και άνω. Ωστόσο, δεν αναδείχθηκαν διαφορές ως προς το βαθμό προστασίας ανάλογα με το φύλο του συμμετέχοντα (άρρεν/θήλυ) ή το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την πρώτη δοκιμασία PCR (3-6 μήνες/7 μήνες και άνω).