Γερμανία: Νέα κυβέρνηση – Η συμφωνία των κυβερνητικών εταίρων

Ο «φωτεινός σηματοδότης είναι πραγματικότητα!», δήλωσε πριν από λίγο ο υποψήφιος Καγκελάριος Όλαφ Σολτς, ανακοινώνοντας την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού μεταξύ του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), των Πρασίνων και των Φιλελευθέρων (FDP) και την Προγραμματική Συμφωνία των εταίρων.

Σε 177 σελίδες περιγράφονται οι πολιτικές στις οποίες κατέληξαν οι εταίροι έπειτα από διαπραγματεύσεις δύο μηνών και θα εφαρμόσουν τα επόμενα τέσσερα χρόνια.

Εφόσον επικυρωθεί τις επόμενες ημέρες από τα κόμματα, η Συμφωνία θα μπορεί να υπογραφεί στις 6 Δεκεμβρίου και λίγες ημέρες μετά ο Όλαφ Σολτς (SPD) να ορκιστεί νέος Καγκελάριος.

Όπως ανακοίνωσαν πριν από λίγο οι μελλοντικοί εταίροι, το υπουργείο Οικονομικών δίδεται στο FDP, ενώ τα υπουργεία Εξωτερικών και Οικονομίας – Πολιτικής για το Κλίμα στους Πράσινους. Αντικαγκελάριος θα είναι ο συμπρόεδρος των Πρασίνων Ρόμπερτ Χάμπεκ.

Αναλυτικά, το SPD παίρνει την Καγκελαρία, τον προσωπάρχη της και τα υπουργεία Εσωτερικών, Υγείας, Πατρίδας και Κατοικίας, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Άμυνας, Εξωτερικής Αναπτυξιακής Βοήθειας, οι Πράσινοι την Αντικαγκελαρία και τα υπουργεία Οικονομίας – Πολιτικής για το Κλίμα, Εξωτερικών, Οικογενειακών Υποθέσεων, Περιβάλλοντος και Αγροτικής Οικονομίας και το FDP τα υπουργεία Οικονομικών. Μεταφορών και Συγκοινωνιών, Δικαιοσύνης και Παιδείας και Έρευνας.

Kρίστιαν Λίντνερ: Ποιος είναι ο νέος «τσάρος» της γερμανικής οικονομίας

Ο 42χρονος Λίντνερ ο «διάδοχος του Σόιμπλε» στην ευρωζώνη όπως ήδη τον χαρακτηρίζουν πολλοί, αναλαμβάνει ένα χαρτοφυλάκιο πανίσχυρο, που έχει τον πρώτο λόγο στην κατάρτιση του εθνικού προϋπολογισμού αλλά και τεράστια επιρροή και εκτός Γερμανίας. Είναι ο άνθρωπος που επιβλέπει έναν προϋπολογισμό ύψους 500 δισεκατομμυρίων ευρώ για το τρέχον έτος και με τις αποφάσεις του επηρεάζει και τις δημοσιονομικές εξελίξεις εκτός συνόρων.

Ο επικεφαλής του φίλα προσκείμενου στους επιχειρηματικού κύκλους κόμματος των Φιλελευθέρων Δημοκρατών (FDP) υπόσχεται με το «καλημέρα» ότι η νέα κυβέρνηση συνασπισμού του Βερολίνου θα παραμείνει «υπέρμαχος σταθερότητας» επί των ημερών του.

Τόσο το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) όσο και οι Πράσινοι, οι νέοι σύμμαχοι του FDP, είχαν υποσχεθεί ωστόσο στους ψηφοφόρους μεγαλύτερη ευελιξία όσον αφορά το δανεισμό και τα δημόσια ελλείμματα για τη χρηματοδότηση επενδύσεων σε υποδομές και «πράσινη οικονομία».

Ο Λίντνερ δήλωσε πρόσφατα στην καθημερινή εφημερίδα Frankfurter Allgemeine (FAZ) ότι καθήκον της επόμενης κυβέρνησης είναι να «ενεργοποιήσει τις ιδιωτικές επενδύσεις και να εργαστεί για μια δίκαιη ισορροπία ιδιωτικού και δημοσίου». Εν μέσω της αυξανόμενης συζήτησης στην ΕΕ για νέους δημοσιονομικούς κανόνες και μια πιο αυστηρή οικονομική και νομισματική ένωση, ο Λίντνερ επαναλαμβάνει διαρκώς ότι θα υπερασπιστεί τα «γερμανικά συμφέροντα».

Μεταξύ αυτών, λέει είναι ο «εφάπαξ χαρακτήρας» του σχεδίου ανάκαμψης για την Covid-19, το οποίο συγχρηματοδοτείται από ομόλογα που έχουν εκδοθεί από την ΕΕ «Το ταμείο ανάκαμψης, σωστά, χαρακτηρίστηκε ως εξαίρεση», είπε στην FAZ. «Δεν υπάρχει συνταγματικά ασφαλής πλειοψηφία [των δύο τρίτων] για μια δημοσιονομική ένωση στην Bundestag. Θα συμβούλευα να αποφύγουμε τις κερδοσκοπικές συζητήσεις, εφόσον τα [πρωτότυπα] 750 δισεκατομμύρια ευρώ δεν έχουν καν χρησιμοποιηθεί».

 

Απέρριψε τη συζήτηση για ένα παρόμοια δομημένο ταμείο για τις επενδύσεις για το κλίμα ως «καθεστώς επιδοτήσεων που χρηματοδοτείται από τους φορολογούμενους και θα οδηγούσε σε αναποτελεσματικές επενδύσεις».

Το υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας είναι το μεγαλύτερο «έπαθλο» για ένα κόμμα στο νέο συνασπισμό, δεδομένης της επιρροής του στην εσωτερική, την ΕΕ και την παγκόσμια πολιτική.

Ο «Μπάμπι» της γερμανικής πολιτικής

Ο Λίντνερ εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής με το FDP στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία το 2000 Σε αντίθεση με τους προκατόχους του ήταν τόσο νέος όταν ξεκίνησε την πολιτική του σταδιοδρομία στο FDP που οι παλαιότεροι συνάδελφοί του τον αποκαλούσαν «Μπάμπι».

Αναμφίβολα ειναι ένα από τα διακεκριμένα πολιτικά ταλέντα της Γερμανίας, ωστόσο πέρα ​​από τον τίτλο της πανεπιστημιακής του διατριβής «Φορολογικός ανταγωνισμός και δημοσιονομική εξίσωση. Μπορεί να μεταρρυθμιστεί το δημοσιονομικό σύνταγμα;» δεν είναι ξεκάθαρο ποιες ήταν οι περγαμηνές του για να γίνει υπουργός Οικονομικών, γράφει το Politico.

Ο Λίντνερ, ο οποίος σπούδασε πολιτικές επιστήμες και πουλάει τον εαυτό του ως φίλο των επιχειρηματικών κύκλων, έχει περάσει σχεδόν ολόκληρη την καριέρα του ως τοπικός πολιτικός, βουλευτής ή κομματικός λειτουργός. Δεν υπήρξε ποτέ δήμαρχος, πρωθυπουργός, υπουργός ή ακόμα και υφυπουργός.

Το μεγαλύτερο επίτευγμά του φαίνεται να είναι το «μάρκετινγκ» του κόμματός του, αλλά και του εαυτού του. Το 2017, ο Λίντνερ, ο οποίος είχε γίνει αρχηγός του FDP αρκετά χρόνια νωρίτερα, μετά την αποτυχία του να κερδίσει αρκετές ψήφους για να μπει στο κοινοβούλιο, οδήγησε τους φιλελεύθερους από τη λήθη πίσω στην Bundestag. Κάπως έτσι απέκτησε σχεδόν σχεδόν απόλυτη εξουσία στο Κόμμα και άρχισε να εξαργυρώνει τη φήμη του.

Κατά την τελευταία κοινοβουλευτική περίοδο, εκτός από τον μισθό του βουλευτή, έλαβε περισσότερα από 470.000 ευρώ για δραστηριότητες όπως ομιλίες σε τράπεζες, ασφαλιστικούς κολοσσούς και άλλους ομίλους, σύμφωνα με το abgeordnetenwatch.de, μια γερμανική υπηρεσία παρακολούθησης της διαφάνειας.

Αντιδράσεις πριν καν αναλάβει

Ο Γερμανός οικονομολόγος Κλέμενς Φουεστ, πρόεδρος του Ινστιτούτου Ifo του Μονάχου, είπε μιλώντας στην Die Zeit: «Σε έναν κόσμο όπου κυριαρχεί η πολιτική υποστήριξη για πιο χαλαρούς δημοσιονομικούς κανόνες, ένα δημοσιονομικό γεράκι ως υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας μπορεί να παίξει έναν χρήσιμο, εξισορροπητικό ρόλο».

Αν και το FDP είναι περισσότερο γνωστό για τις φιλοεπιχειρηματικές του απόψεις, το κόμμα είναι συντηρητικό όσον αφορά τα κρατικά ελλείμματα και την επεκτατική νομισματική πολιτική.

«Το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται η Γερμανία αλλά και η Ευρώπη είναι ένας πολιτικός στο τιμόνι του Υπουργείου Οικονομικών στο Βερολίνο που θα το αντιμετωπίζει ως πλατφόρμα για να διαφημίζει τα συντηρητικά δημοσιονομικά χρώματα του κόμματός του», έγραψαν σε άρθρο τους στην εφημερίδα Die Zeit, οι οικονομολόγοι Joseph E. Stiglitz, βραβευμένος με Νόμπελ, και ο Adam Ο Tooze από Πανεπιστημίου Columbia.

Οι ιδέες του Λίντνερ δεν ειναι τίποτα περισσότερο απο τα «συντηρητικά κλισέ» της δεκαετίας του 1990. «Το είδος του κόσμου στον οποίο βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή είναι, ειλικρινά, ασαφές», συνέχισαν. «Όποιος ισχυρίζεται με αυτοπεποίθηση «αρμοδιότητα» στην οικονομική πολιτική, θα πρέπει να είναι ύποπτος» τόνισαν

Ο Λίντνερ έσπευσε να απαντήσει στα social media. «Η κριτική ορισμένων πρέπει να θεωρηθεί ως επιβεβαίωση της δικής μας θέσης, γιατί οι αριστεροί οικονομολόγοι του χρέους των ΗΠΑ ελπίζουν απλώς στον πληθωρισμό», απάντησε στο Instagram.

Οι προκλήσεις και το…μέλλον

Πέρα από την οικονομική ιδεολογία, η πρώτη δουλειά του Λίντνερ θα είναι να αποδείξει ότι μπορεί να διευθύνει μια επιχείρηση με περίπου 2.000 δημοσίους υπαλλήλους, αναλαμβανοντας ένα τεράστιο…γραφειοκρατικό πονοκέφαλο.

Πράγματι, η μεγαλύτερη ελπίδα για τους επικριτές του μπορεί να είναι…η αδράνεια του βαθέος κράτους της Γερμανίας, το οποίο πιθανότατα θα εξετάσει με σκεπτικισμό οποιαδήποτε ουσιαστική απόκλιση από την πολιτική της εποχής της κρίσης στην Ευρώπη.

Ο Λίντνερ πρέπει επίσης να αντλήσει διδάγματα απο το παρελθόν, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί την πρόσφατη ιστορία του FDP. Αφού ο τότε ηγέτης του κόμματος Γκίντο Βεστερβέλε οδήγησε το κόμμα στην κυβέρνηση το 2009, επέμεινε να αναλάβει το υπουργείο Εξωτερικών, αν και δεν είχε εμπειρία .

Χαρισματικός πολιτικός όπως ο Λίντνερ, γοητεύθηκε απο το κύρος της θέσης. Ωστόσο, ο Βεστερβέλε θεωρήθηκε ευρέως αποτυχημένος στη δουλειά, και στις επόμενες εκλογές, οι ψηφοφόροι έστειλαν το FDP…στα τάρταρα.

 

 

Recommended For You

About the Author: efoni