Με δώδεκα υποψηφίους εκ των οποίων τρεις έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να βρεθούν στον δεύτερο και καθοριστικό γύρο, ξεκίνησαν σήμερα οι προεδρικές εκλογές στη Γαλλία.
Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν εμφανίζεται ως το μεγάλο φαβορί για να σπάσει την περίπου 20χρονη «κατάρα» της γαλλικής πολιτικής σκηνής και να καταφέρει να επανεκλεγεί, κάτι που δεν είχε συμβεί ούτε με τον Νικολά Σαρκοζί, ούτε με τον Φρανσουά Ολάντ. Ο τελευταίος πρόεδρος που κατάφερε να επανεκλεγεί ήταν ο Ζακ Σιράκ το 2002, μετά το δημοψήφισμα για την μείωση της θητείας του Γάλλου προέδρου από τα επτά στα πέντε χρόνια.
Σύμφωνα με τον μέσο όρο των δημοσκοπήσεων της τελευταίας εβδομάδας ο Εμανουέλ Μακρόν αναμένεται να συγκεντρώσει, στον πρώτο γύρο των εκλογών, ποσοστό περίπου 26%, η Μαρίν Λε Πεν 22,6% και ο υποψήφιος της Αριστεράς Ζαν Λικ Μελανσόν ποσοστό 16,4%. Οι υπόλοιποι ανθυποψήφιοι συγκεντρώνουν ποσοστά κάτω του 10% και συγκεκριμένα, ο ακροδεξιός Ερίκ Ζεμούρ 9,3%, η Βαλερί Πεκρές της δεξιάς 8,8%, ο Γιανίκ Ζαντό των Πρασίνων 5,1% και η σοσιαλίστρια Αν Ινταλγκό μόλις 2,1%.
Παρόλο που η τελευταία πενταετία στη Γαλλία στιγματίστηκε από σημαντικά γεγονότα που πυροδότησαν τις αντιπαραθέσεις, όπως οι διαδηλώσεις των «Κίτρινων Γιλέκων», η δολοφονία από ισλαμιστές τρομοκράτες του δασκάλου Σαμουέλ Πατί, οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού και η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η προεκλογική περίοδος ήταν ιδιαίτερα υποτονική. Ελάχιστες προεκλογικές συγκεντρώσεις, απουσία δημοσίων πολιτικών αντιπαραθέσεων και φυσικά οι δημοσκόποι που προβλέπουν ρεκόρ αποχής.
Η αστάθεια ήταν το βασικότερο γνώρισμα αυτής της προεκλογικής περιόδου. Με την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και καθώς η Γαλλία ασκούσε την εκ περιτροπής προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ, ο Εμανουέλ Μακρόν φαινόταν το απόλυτο φαβορί. Η άρνησή του να μπει στην προεκλογική μάχη από νωρίς τον απομάκρυνε ακόμα και από πιστούς ψηφοφόρους του και η επανεκλογή του, η οποία φαινόταν βέβαιη μέχρι έναν μήνα, γίνεται όλο και λιγότερο σίγουρη. Η βασική του αντίπαλος, η κυρία Μαρίν Λε Πεν κατάφερε να εκμεταλλευτεί μια άλλη, βασική συνέπεια, του πολέμου. Την μείωση της αγοραστικής δύναμης των Γάλλων πολιτών. Κάτι που απασχολούσε έντονα τους πολίτες καθόλη τη διάρκεια της πενταετίας και επιδεινώθηκε με την αύξηση των τιμών ενέργειας και του πληθωρισμού.
Η Μαρίν Λεπέν θεωρήθηκε από ορισμένους πολιτικούς αναλυτές ως τελειωμένη υπόθεση μετά την τεράστια ήττα που υπέστη από τον Εμανουέλ Μακρόν στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2017, αλλά από τότε έχει προσπαθήσει πολύ να αλλάξει τελείως την εικόνα της. Έχει σταματήσει να κάνει λόγο για έξοδο της Γαλλίας από την ευρωζώνη, αναρτά φωτογραφίες με τις γάτες της σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ενώ δεν δίστασε να αναρτήσει και μια φωτογραφία που την έδειχνε αγκαλιά με ένα νεαρό κορίτσι που φορούσε μουσουλμανική μαντήλα. Παρόλο που η μετανάστευση και η εσωτερική ασφάλεια παραμένουν στο επίκεντρο της πολιτικής της, το ζήτημα της ακρίβειας και της αγοραστικής δύναμης των Γάλλων κυριαρχεί στην ατζέντα της, υποσχόμενη να μειώσει τον ΦΠΑ στην ενέργεια από 20% σε 5,5%. Παράλληλα, η εμφάνιση του Ερίκ Ζεμούρ αποτέλεσε μια ευκαιρία για την Μαρίν Λε Πεν, αφήνοντάς τον να πλειοδοτήσει στην ακροδεξιά ρητορική, καθώς η Μαρίν Λε Πεν γνωρίζει ότι οι περισσότεροι ψηφοφόροι του θα στραφούν στην ίδια στον δεύτερο γύρο των εκλογών.
Η αναμέτρηση στον δεύτερο γύρο
Σε αυτόν τον δεύτερο και καθοριστικό γύρο που θα διεξαχθεί ανήμερα του Ορθόδοξου Πάσχα, στις 24 Απριλίου, οι ψηφοφόροι των υπολοίπων υποψηφίων θα κρίνουν το αποτέλεσμα. Το 2017 ο Εμανουέλ Μακρόν κατάφερε να συγκεντρώσει το εντυπωσιακό 66%, καθώς οι περισσότεροι ψηφοφόροι από την δεξιά και την αριστερά, στράφηκαν όχι απαραίτητα υπέρ του Γάλλου προέδρου, αλλά κυρίως κατά της Μαρίν Λε Πεν. Κάτι που φέτος δεν φαίνεται τόσο βέβαιο. Ο πρόεδρος της Γαλλίας έχει τόσο μεγάλες εξουσίες, ώστε στην χώρα είθισται να λέγεται ότι οι πολίτες κάθε πέντε χρόνια εκλέγουν τον Βασιλιά τους. Και το σύστημα των δύο γύρων στις εκλογές σημαίνει ότι στον πρώτο εξ αυτών οι πολίτες ψηφίζουν τον υποψήφιο που επιθυμούν και στον δεύτερο καταψηφίζουν αυτόν ή αυτήν που δεν επιθυμούν.
Σύμφωνα με τις τελευταίες, δημοσκοπήσεις, σε μια χώρα μάλιστα που οι δημοσκόποι θεωρούνται ιδιαίτερα έγκυροι, το 29% των ψηφοφόρων του Ζαν Λικ Μελανσόν θα ψηφίσουν τον Εμανουέλ Μακρόν, στον δεύτερο γύρο, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των κομμουνιστών ψηφοφόρων ανέρχεται στο 37% και των Πρασίνων στο 65%. Οι κεντροδεξιοί ψηφοφόροι αναμένεται να ψηφίσουν Μακρόν σε ποσοστό 50%, ενώ θα λάβει ψήφους ακόμα και από ένα μικρό ποσοστό των ψηφοφόρων του Ερίκ Ζεμούρ.
Βάσει των δημοσκοπήσεων, περίπου το 50% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι δεν θα ψηφίσουν σε καμία περίπτωση Λε Πεν, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τον πρόεδρο Μακρόν ανέρχεται σε 38,5%. Αξίζει να σημειωθεί ότι ένα μεγάλο ποσοστό των ψηφοφόρων της Αριστεράς θεωρεί ότι οι πολιτικές Μακρόν και Λε Πεν δεν διαφέρουν σε τίποτε.
Η αποχή αναμένεται φυσικά να επηρεάσει σε πολύ μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα, αλλά οι βασικοί υποστηρικτές της κυρίας Λε Πεν εντοπίζονται σε κοινωνικές ομάδες που παραδοσιακά απέχουν από τις εκλογές, όπως οι νέοι, οι λιγότερο μορφωμένοι και οι πολίτες με χαμηλά εισοδήματα.
Τίποτα προς το παρόν δεν δείχνει ότι η κυρία Λε Πεν θα καταφέρει να βρεθεί στο Μέγαρο των Ηλυσίων, αλλά η αβεβαιότητα είναι ο «πρωταγωνιστής» αυτών των εκλογών.