Μέχρι την Παρασκευή αναμένεται να έχει κατατεθεί στη Βουλή η αμυντική συμφωνία Ελλάδας – Γαλλίας.
Αναμένεται να εισαχθεί στην αρμόδια επιτροπή εξωτερικών και άμυνας την Τρίτη και να εισαχθεί στην Ολομέλεια προς συζήτηση και κύρωση την Πέμπτη 7 Οκτωβρίου.
Παράλληλα, με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου συναντήθηκε σήμερα Τετάρτη (29/9) στο Προεδρικό Μέγαρο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στο πλαίσιο των τακτικών μηνιαίων ενημερώσεων.
Στο διάλογο που είχαν κατά την έναρξη της συνάντησής τους, ο πρωθυπουργός επεσήμανε ότι η μηνιαία αυτή συνάντηση «συμπίπτει με μια πολύ σημαντική στιγμή για την εξωτερική και αμυντική πολιτική της χώρας. Υπογράψαμε χθες με τον Πρόεδρο Μακρόν μια πολύ ισχυρή συμφωνία αμυντικής συνεργασίας. Κρατώ τρία σημαντικά στοιχεία από τις χθεσινές ανακοινώσεις».
Και ο πρωθυπουργός ανέλυσε τα τρία αυτά στοιχεία λέγοντας: «Πρώτον το γεγονός ότι έχουμε μια συμφωνία με μια πολύ ισχυρή ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής, η οποία πηγαίνει πέρα και πάνω από τις δεσμεύσεις συλλογικής υποστήριξης που υπάρχουν και στο ΝΑΤΟ αλλά και στις Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι αποκτούν οι Ένοπλες Δυνάμεις υπερσύγχρονες γαλλικές φρεγάτες και στην επιλογή μας βάρυνε πάρα πολύ η εισήγηση του Ναυτικού. Αποκτήσαμε πιστεύω, τα καλύτερα πλοία στην καλύτερη δυνατή τιμή. Ουσιαστικά, κάνοντας μια επιλογή που θα εκσυγχρονίσει το στόλο μας για πολλές δεκαετίες και θα μας δώσει πολύ σημαντικές επιχειρησιακές δυνατότητες στο θέατρο της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά όχι μόνο.
Και η τρίτη διάσταση αυτής της συμφωνίας, είναι ότι κατά την άποψή μου αποτελεί το πρόπλασμα για μια πιο συστηματική συνεργασία ευρωπαϊκών κρατών ώστε να κάνουμε πράξη το ζητούμενο της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας σε μία εποχή όπου η Ευρώπη πρέπει επιτέλους να ευθυγραμμίσει την γεωπολιτική της ισχύ με την οικονομική της δύναμη».
Ο κ. Μητσοτάκης τόνισε επίσης πως «η Γαλλία είναι η πιο ισχυρή στρατιωτική χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η μόνη η οποία διαθέτει πυρηνικό οπλοστάσιο και με τον Πρόεδρο Μακρόν μοιραζόμαστε το ίδιο όραμα για μια Ευρώπη ισχυρή, αλλά και αυτόνομη, η οποία θα μπορεί να υπερασπιστεί, εάν αυτό απαιτείται, και μόνη της τα δικά της γεωπολιτικά συμφέροντα».