Αποζημίωση Μάτι: Το Δημόσιο άσκησε έφεση – Επικαλείται αιφνίδια μεταβολή καιρού

Τρεις εβδομάδες μετά την επίσκεψη του πρωθυπουργού στο Μάτι, το ελληνικό Δημόσιο άσκησε έφεση στην πρωτόδικη απόφαση που εκδόθηκε από το Διοικητικό Πρωτοδικείο και αφορούσε στην καταβολή αποζημίωσης 330.000 ευρώ σε πέντε συγγενείς μιας 77χρονης γυναίκας που έχασε τη ζωή της στη φωτιά.

Στην έφεσή του το Δημόσιο απαριθμεί έξι λόγους για τους οποίους θεωρεί εσφαλμένη την πρωτόδικη απόφαση. Μεταξύ άλλων γίνεται λόγος για ένα «περιστατικό ανωτέρας βίας», κατά το οποίο ελήφθησαν «μέτρα ακραίας επιμέλειας»!

Αναλυτικότερα, το ελληνικό Δημόσιο στην έφεσή του αναφέρει πως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν έκανε δεκτό το αίτημα του περί έκδοσης προδικαστικής απόφασης με σκοπό τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, καθώς προέκυψαν ζητήματα για τα οποία απαιτούνται ειδικές επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, όπως η «αιφνίδια μεταβολή του καιρού», «σπανιότητα και ιδιαιτερότητα της τόσο ραγδαίας αύξησης της έντασης των ανέμων σε τοπικό επίπεδο», αλλά και η «αντικειμενική αδυναμία πτήσης των εναέριων μέσων κατά τις απογευματινές ώρες του ένδικου δυστυχήματος λόγω καιρικών συνθηκών».

Αναφορά γίνεται και στο ζήτημα της εκκένωσης που δεν διατάχθηκε, με το Δημόσιο να υποστηρίζει το δικαστήριο δέχθηκε τον αναπόδεικτο ισχυρισμό των αντιδίκων ότι η έλλειψη εισήγησης για εκκένωση προκάλεσε το ένδικο τραγικό αποτέλεσμα.

Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην έφεση, «από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε ότι τυχόν εισήγηση του ΠΣ για οργανωμένη προληπτική απομάκρυνση των κατοίκων θα μπορούσε χρονικά και τεχνικά να πραγματοποιηθεί και να ολοκληρωθεί πριν την έλευση του θερμικού κύματος που προηγείτο της φωτιάς, δηλαδή με ασφαλή και αίσια καταλήξη για τους κατοίκους». Στο δικόγραφο γίνεται λόγος για λήψη μέτρων «άκρας επιμέλειας», ενώ -κατά την έφεση- «η πυροσβεστική υπηρεσία δεν αδράνησε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της, αλλά αντιθέτως επιστράτευσε άμεσα όλη τη διαθέσιμη δύναμη για την αντιμετώπιση της πυρκαγιάς». Όπως σημειώνει το Δημόσιο, αιτία του τραγικού απολογισμού της φωτιάς ήταν το πλήθος των ταυτόχρονων εστιών φωτιάς και η ταχύτητα εναέριας και επίγειας μεταφοράς καυτρών, με αποτέλεσμα να μη καταστεί δυνατή η αντιμετώπιση όλων των περιστατικών.

 

 

«Είναι βέβαιο ότι και στην περίπτωση αυτή τα κρατικά όργανα θα κατηγορούνταν για την εκκένωση, όπως σήμερα κατηγορούνται για την μη εκκένωση. Θα πρέπει να ληφθούν υπόψη επίσης και τα ιδιαίτερα στοιχεία, τα οποία καθιστούσαν την εκκένωση σε όλους επικίνδυνη: Δεν είχε υλοποιηθεί το σύστημα ειδοποίησης 112, οι οδοί εντός και πέριξ των οικισμών είναι μικροί και δαιδαλώδεις (χωρίς ρυμοτομία και με αδιέξοδα), η πυρκαγιά εξαπλωνόταν με μεγάλη ταχύτητα κι από μεγάλο ύψος μέσω καυτρών, η απόσταση από το μέτωπο της πυρκαγιάς έως την ακτογραμμή ήταν μόλις 5 χιλιόμετρα, οι άνεμοι έπνεαν με εντάσεις 10 και 11 μποφόρ, δεν υπήρχε ασφαλές καταφύγιο για τον πληθυσμό εκτός από τις οικίες και τα κτίσματα τα οποία θα εκκενώνονταν» σημειώνεται στην έφεση του Δημοσίου.

Μάλιστα, γίνεται λόγος για «ενημέρωση προς τους φορείς και τους πολίτες τόσο για τον επικείμενο κίνδυνο όσο και για τα μέτρα αντιμετώπισης του, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις δεν ακολουθήθηκαν», όπως η οδηγία «μην εγκαταλείπετε το κτίριο εκτός αν η διαφυγή σας είναι πλήρως εξασφαλισμένη».

Recommended For You

About the Author: efoni