Ο σεισμός της Αθήνας της 7ης Σεπτεμβρίου 1999 είναι για όλους όσοι τον έζησαν τότε στην πρωτεύουσα μια συλλογική τραυματική εμπειρία, η οποία, παρά τα 22 χρόνια που συμπληρώνονται σήμερα, δεν δείχνει και τόσο μακρινή. Ομως, για τους συγγενείς και τους φίλους των θυμάτων η σημερινή ημέρα δεν είναι απλά μια θλιβερή επέτειος, αλλά μια ημέρα πένθους.
Τα 5,9 Ρίχτερ από το άγνωστο έως τότε ρήγμα της Πάρνηθας που χτύπησαν την πόλη στις 14.56 ήταν ο φονικότερος σεισμός των τελευταίων 50 ετών, αλλά και εκείνος με το μεγαλύτερο κόστος σε ζημιές στη χώρα μας. Μέσα σε 15 δευτερόλεπτα, εκτός από τους 145 ανθρώπους που έχασαν τη ζωή τους και τους περίπου 2.000 που τραυματίστηκαν, κατέρρευσαν 110 σπίτια και άλλα 5.222 κρίθηκαν «κόκκινα».
Στην επιφάνεια του εδάφους υπήρξαν ελάχιστες ρηγματώσεις και ήταν δύσκολο να βρεθεί η προέλευση του σεισμού. Το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Γενικού Αστεροσκοπείου Αθηνών ανακοίνωσε αρχικά πως ο σεισμός προκλήθηκε από ρήγμα μήκους 15 χιλιομέτρων που καλύπτει την περιοχή μεταξύ Πεντέλης και Πάρνηθας. Με βάση τη μελέτη δορυφορικών δεδομένων που εξετάζουν την παραμόρφωση καθ’ ύψος του εδάφους, που επιβεβαιώθηκε αργότερα από σεισμολογική μελέτη και έγινε το 2008 αποδεκτή και από το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο, βρέθηκε ότι έγιναν δύο σεισμοί, μεγέθους 5,8 και 5,5 Ρίχτερ, σε διαφορετικά ρήγματα και με διαφορά 3,5 δευτερολέπτων ο ένας από τον άλλο.
Περίπου 50.000 άνθρωποι έμειναν άστεγοι – ένας από τους καταυλισμούς σεισμοπλήκτων, εκείνος του Καποτά, εξακολουθεί να υπάρχει ακόμη και σήμερα, έστω κι αν οι περισσότεροι κάτοικοί του δεν έχουν καμία σχέση με τους αρχικούς. Οι επικοινωνίες κατέρρευσαν, οι υποδομές επλήγησαν σοβαρά. Οι ζημιές αποτιμήθηκαν σε περίπου 3 δισ. δολάρια ΗΠΑ.
Το πιο τραγικό γεγονός εκείνης της ημέρας ήταν η κατάρρευση του εργοστασίου της Ρικομέξ, στο οποίο έχασαν τη ζωή τους 39 εργαζόμενοι. Οι συγγενείς τους έζησαν έναν «διπλό θάνατο»: την απώλεια των αγαπημένων τους και στη συνέχεια την αδιανόητη μάχη που έπρεπε να δώσουν στα δικαστήρια, χωρίς τελικά οι υπεύθυνοι να τιμωρηθούν. Πέρασαν 13 χρόνια, έως το 2012, για να αποφασιστεί από την Περιφέρεια Αττικής η καταβολή 13 εκατομμυρίων για αποζημιώσεις στις οικογένειες των θυμάτων, καθώς οι υπηρεσίες της (τότε νομαρχίας) δεν είχαν εντοπίσει κανένα πρόβλημα στο κτίριο σε παλαιούς ελέγχους.
Οι μηχανικοί που είχαν υπογράψει τις μελέτες των κτιρίων που κατέρρευσαν (σε όλη την Αθήνα) είτε αθωώθηκαν (συνήθως επειδή τα αδικήματα είχαν παραγραφεί) είτε αντιμετώπισαν πλημμεληματικές κατηγορίες και μετά την εξαγορά των ποινών τους συνέχισαν να εργάζονται κανονικά.
Ο σεισμός της Αθήνας άλλαξε πολλά. Τα σεισμολογικά ινστιτούτα ενοποίησαν το δίκτυό τους, ανανέωσαν τον εξοπλισμό τους και σήμερα μπορούν να αποτιμήσουν πολύ καλύτερα τα σεισμικά γεγονότα. Ο αντισεισμικός κανονισμός άλλαξε, επηρεάζοντας τον τρόπο που χτίζουμε τα κτίριά μας. Υπηρεσίες με κρίσιμο ρόλο, όπως η Πυροσβεστική, ενισχύθηκαν, τα σχέδια τύπου «Ξενοκράτης» επικαιροποιήθηκαν, η εκπαίδευση στα σχολεία έγινε πιο συστηματική. Υπάρχουν βέβαια και πολλά ζητήματα που τότε απασχόλησαν έντονα τη δημόσια συζήτηση αλλά ακόμη και σήμερα δεν έχουν λυθεί: για παράδειγμα, η απουσία αδόμητων, ανοιχτών χώρων στα αστικά συγκροτήματα, ώστε να μπορούν οι πολίτες να αναζητήσουν καταφύγιο σε ένα έκτακτο γεγονός.